Εφτά χρόνια χωρίς πόλεμο. Όταν μιλάμε για την Αμερική, είναι πολλά. Μοιάζουν με αιώνες. ΗΠΑ και πόλεμος είναι δύο έννοιες ταυτισμένες. Για την ακρίβεια: πρόεδροι των ΗΠΑ και πόλεμοι. Μια ιστορία που κρατά περισσότερα από 70 χρόνια.
Πόλεμοι που ξεκίνησε από την Κορέα, με τις ατομικές βόμβες στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι το πολύ μακρινό 1945. Και φτάνουν έως το 2017, όταν τα ξημερώματα της 7 Απριλίου ο Ντόναλντ Τραμπ δίνει την εντολή και 69 πύραυλοι Τόμαχοκ εκτοξεύονται με στόχο τη Συρία.
Πάντα υπάρχει μια δικαιολογία. Πάντα, οι ΗΠΑ έβαζαν μπροστά τα συμφέροντα της χώρας τους και των εταιρειών αυτής. Εταιρείες που κάθε φορά που οι ΗΠΑ σηκώνουν το λάβαρο του πολέμου, εκείνες θησαυρίζουν.
Μονάχα ένας πρόεδρος κατάφερε να… ξεφύγει του πειρασμού. Επί Μπάρακ Ομπάμα, η Αμερική έμοιαζε – και ήταν – περισσότερο φιλήσυχη από ποτέ. Δεν ενεπλάκη ποτέ σε πόλεμο, δεν εκτόξευσε κανέναν πύραυλο. Μονάχα κάποιες παρεμβάσεις τύπου Σομαλίας και Λιβύης και τίποτα περισσότερο.
Άυγουστος 1945: Έτσι ξεκίνησαν όλα
10 Αυγούστου 1945, ώρα 2 το πρωί. Από το αμερικανικό ραδιόφωνο ακούγεται η φωνή του προέδρου, Χ. Τρούμαν. Ο λόγος του, απολύτως κυνικός, όσο και ανατριχιαστικός:
“Εχρησιμοποιήσαμεν την ατομικήν βόμβαν εναντίον εκείνων, οι οποίοι μας επετέθησαν προδοτικώς στο Περλ Χάρμπορ, οι οποίοι εβασάνισαν τους Αμερικανούς αιχμαλώτους πολέμου, οι οποίοι παρεβίασαν όλους τους νόμους του διεθνούς δικαίου… Εχρησιμοποιήσαμεν την ατομικήν βόμβαν διά να συντομεύσωμεν τον πόλεμον… Θα τη χρησιμοιήσωμεν και πάλιν. Μόνο η συνθηκολόγησις της Ιαπωνίας θα μας σταματήση. Τους ώμους μας βαραίνει τεραστία ευθύνη. Ευχαριστούμεν τον θεόν, διότι είμεθα εμείς, και όχι ο εχθρός, που τη φέρομεν. Και παρακαλούμεν τον θεόν, να μας φωτίση εις τη χρήσιν του οργάνου αυτού συμφώνως προς τας βουλήσεις του”.
Τέσσερις μέρες πριν, στις 6 Αυγούστου, έχει βομβαρδιστεί με ατομική βόμβα η ιαπωνική πόλη Χιροσίμα. Στις 9 Αυγούστου, λίγες ώρες πριν το διάγγεμα, οι ΗΠΑ πλήττουν και την πόλη Ναγκασάκι, επίσης με ατομική βόμβα. Αποτελεί, ακόμα και σήμερα, το μεγαλύτερο πλήγμα εναντίον της ανθρωπότητας. Κι όμως, ο πρόεδρος Τρούμαν είναι δηλώσει πως υπηρετούσε ευγενείς σκοπούς και πάνω απ’ όλα είχε την έγκριση του θεού.
Πέντε χρόνια αργότερα, τον Ιούνιο του 1950, ο πρόεδρος Τρούμαν διατάσσει τη στρατιωτική επέμβαση των Ηνωμενών Πολιτειών στην Κορέα. Η “Καθημερινή” μεταφέρει στις 28/6/1950 τη δήλωση του Τρούμαν.
“Διέταξα τας αεροπορικάς και ναυτικάς δυνάμεις των Ηνωμένων Πολιτειών να παράσχουν προς τα στρατεύματα της κυβερνήσεως της Κορέας κάλυψιν και υποστήριξιν. Η εναντίον της Κορέας επίθεσις καθιστά σαφές πέραν πάσης αμφιβολίας ότι ο κομμουνισμός υπερέβη το στάδιον της χρησιμοποιήσεως ανατρεπτικών μεθόδων διά την κατάκτησιν ανεξάρτητων εθνών και ήρχισε να χρησιμοποιή τώρα ένοπλον εισβολήν και πόλεμον…”.
Η επίθεση ονομάστηκε ως “ιμπεριαλιστική επέμβαση” από τους Αμερικανούς. Στις 29 Νοεμβρίου 1952, ο νέος Αμερικανός πρόεδρος Ντουάιτ Αϊζενχάουερ, παρόλο που είχε εκτοπίσει τον Τρούμαν με την υπόσχεση να φέρει την τελική νίκη στην Κορέα, αναζήτησε κατάπαυση του πολέμου μέσω ανακωχής, μην τολμώντας πολεμική κλιμάκωση στο μέτωπο.
Τελικά, μια κατάπαυση πυρός συμφωνήθηκε στις 27 Ιουνίου 1953. Ως τότε οι δυνάμεις του ΟΗΕ είχαν υποστεί συνολικά κάπου 400.000 απώλειες και οι κινεζικές κάπου 660.000, χωρίς να υπολογίζονται οι τεράστιες απώλειες σε άμαχους και των δύο Κορεατικών κρατών.
Πόλεμος του Βιετνάμ
Ο πόλεμος του Βιετνάμ ήταν ίσως η μεγαλύτερη ένοπλη σύγκρουση μεταξύ Δύσης και Ανατολής κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Θεωρητικά η μάχη ήταν μεταξύ του Δημοκρατικού Στρατού του Βιετνάμ (Βόρειο Βιετνάμ) και της Δημοκρατίας του Βιετνάμ (Νότιο Βιετνάμ). Στην πραγματικότητα ήταν ένας πόλεμος δια αντιπροσώπων μεταξύ των ΗΠΑ και της ΕΣΣΔ.
Το Νότιο Βιετνάμ τέθηκε υπό την προστασία των ΗΠΑ και δέχτηκε γενναία οικονομική και στρατιωτική βοήθεια. Ο αυτοκράτορας Μπάο Ντάι διόρισε ως πρωθυπουργό τον Νγκο Ντινχ Ντιέμ, ο οποίος, κατόπιν δημοψηφίσματος που διενήργησε τον Οκτώβριο του 1955, εκθρόνισε τον αυτοκράτορα και με τις ευλογίες των ΗΠΑ αυτοανακηρύθηκε Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Εμφανίστηκαν αντάρτικα τμήματα και ανέλαβαν δράση με την προσβολή κυβερνητικών στόχων. Το 1960 οι κομμουνιστές ίδρυσαν το Μέτωπο Εθνικής Απελευθέρωσης του Νοτίου Βιετνάμ και από το 1961 συγκρότησαν τον Απελευθερωτικό Στρατό του Νοτίου Βιετνάμ, ο οποίος το 1965 έφθασε να αριθμεί 150.000 αντάρτες Βιετκόνγκ. Το καλοκαίρι του 1964 βόρειες ναυτικές δυνάμεις επιτέθηκαν εναντίον αμερικανικού πλοίου ηλεκτρονικής κατασκοπίας ανοικτά του κόλπου Τόνκιν έξω από τα χωρικά ύδατα του Βόρειου Βιετνάμ.
Η κυβέρνηση Τζόνσον ωστόσο αποφάσισε να δημοσιοποιήσει τις δύο επιθέσεις και να ζητήσει το ψήφισμα του Κογκρέσου για τη διενέργεια αντιποίνων. Όλοι οι βουλευτές και όλοι οι γερουσιαστές του Κογκρέσου, εκτός από δύο, υπερψήφισαν το λεγόμενο «ψήφισμα του κόλπου Τόνκιν», που εξουσιοδοτούσε τον πρόεδρο να αποκρούσει μελλοντικές επιθέσεις κατά των ενόπλων δυνάμεων των ΗΠΑ. Τα αμερικανικά αντίποινα περιορίσθηκαν σε αεροπορικούς βοµβαρδισµούς των ναυτικών εγκαταστάσεων του Βόρειου Βιετνάμ.
Το δίμηνο Μαρτίου-Απριλίου 1975, οι δυνάμεις των κομμουνιστών διέλυσαν τις νοτιοβιετναμικές δυνάμεις και κατέλαβαν τη Σαϊγκόν. Το μεσημέρι της 30ής Απριλίου, την ώρα που το τελευταίο ελικόπτερο απομακρυνόταν από την πρεσβεία των ΗΠΑ στη Σαϊγκόν, στον περίγυρο αυτής εισερχόταν το πρώτο άρμα των Βορειοβιετναμέζων. Έτσι για πρώτη φορά οι ΗΠΑ, η υπερδύναμη με το ανεξάντλητο δυναμικό και την τελειότερη τεχνολογία, παρόλο που θυσίασαν τις ζωές 60.000 περίπου Αμερικανών και δαπάνησαν 150 δισεκατομμύρια δολάρια έχασαν τον πόλεμο.
2 Αυγούστου 1990: Ξεκινά ο πόλεμος του Κόλπου
Ο Πόλεμος του Κόλπου αποτελεί έναν πόλεμο μεταξύ διεθνούς συμμαχίας από τουλάχιστον 31 κράτη, υπό την καθοδήγηση των ΗΠΑ και την εξουσιοδότηση του ΟΗΕ κατά του Ιράκ. Λαμβάνει χώρα με την αιτιολογία της απελευθέρωσης του Κουβέιτ.
Ο Πόλεμος στις 2 Αυγούστου 1990, όταν Ιρακινές δυνάμεις εισέβαλλαν στο Κουβέιτ με τη δικαιολογία ότι το Κουβέιτ κάνει γεωτρήσεις για πετρέλαιο υπό κλίση, με αποτέλεσμα να κλέβει, όπως έλεγαν, ιρακινό πετρέλαιο. Ο ΟΗΕ υποβάλει οικονομικές κυρώσεις στο Ιράκ και τελικά οι εχθρπραξίες ξεκινούν τον Γενάρη του 1991.
Ο Πόλεμος του Κόλπου αποτελεί τον πρώτο τηλεοπτικό πόλεμο της ιστορίας, χάρη στο CNN. Μέχρι τις 15 Ιανουαρίου 1991 που έληγε το τελεσίγραφο του ΟΗΕ έγιναν ειρηνευτικές προσπάθειες, αλλά προσέκρουσαν στην άρνηση του Ιράκ, που ήθελε να εξαργυρώσει τη δική του αποχώρηση από το Κουβέιτ με την απόσυρση των Ισραηλινών από τα κατεχόμενα συριακά και παλαιστινιακά εδάφη. Ο Σαντάμ επεδίωκε να φανεί ως ήρωας στα μάτια των Αράβων. Στις 12 Ιανουαρίου 1991 ο πρόεδρος Τζορτζ Μπους ο πρεσβύτερος έλαβε από το Κογκρέσο την εξουσιοδότηση για την ανάμιξη των αμερικανικών δυνάμεων στον επικείμενο πόλεμο.
17 Ιανουαρίου 1991: Ώρα Βαγδάτης 2:38 π.μ.: Τα ελικόπτερα “Απάτσι” ξεκινούν την επίθεση, καταστρέφοντας εγκαταστάσεις με ραντάρ των Ιρακινών. Ακολουθούν συνεχείς έφοδοι πολεμικών αεροσκαφών. Βομβαρδίζονται αεροδρόμια και στρατηγικοί στόχοι. Το CNN μεταδίδει και οι εικόνες κάνουν για πρώτη φορά το γύρο του κόσμου: Η Βαγδάτη βομβαρδισμένη από πυραύλους Τόμαχοκ.
“Η μεγάλη μάχη, η μητέρα όλων των μαχών, μόλις ξεκίνησε. Η αυγή της νίκης πλησιάζει”, διαμηνύει, μέσω ραδιοφωνικού του μηνύματος, ο Σαντάμ Χουσεϊν. Δεν καταφέρνει, όμως, να αναχαιτίσει τις αμερικανικές επιχειρήσεις. Οι χερσαίες επιχειρήσεις κρατούν μόλις 100 ώρες, αποδεικνύοντας πως η στρατιωτική μηχανή του Σαντάμ ήταν επί της ουσίας ανύπαρκτη. Η ανακατάληψη του Κουβέιτ έχει ολοκληρωθεί και ο πρόεδρος Τζορτζ Μπους κηρύσσει την κατάπαυση του πυρός. Ο πόλεμος τελειώνει στις 27 Φεβρουαρίου 1991.
Βοσνία: Πόλεμος υπό τον Μπιλ Κλίντον
Ένα χρόνο μετά τον πόλεμο εναντίον του Ιράκ, η Αμερική, υπό την προεδρία του Μπιλ Κλίντον, λαμβάνει μέρος και πάλι σε πόλεμο. Αυτή τη φορά στη Βοσνία – Ερζεγοβίνη. Είναι η πρώτη πολεμική σύρραξη που ενεπλάκη και το ΝΑΤΟ.
Ο πόλεμος ξεκινά το Μάρτιο του 1992 και έληξε το Δεκέμβριο του 1995. Μετά από δυο χρόνια διαμάχες στις στις 23 Φεβρουαρίου, 1994, υπό την καθοδήγηση των ΗΠΑ, η κροατική και η μουσουλμανική πλευρά υπέγραψαν το Σύμφωνο της Ουάσινγκτον το οποίο έδωσε ένα τέλος στον μεταξύ τους πόλεμο και έκανε τις δύο πλευρές συμμάχους για το υπόλοιπο του πολέμου.
Κύριος στόχος της παράπλευρης και λίγο αργότερα απευθείας εμπλοκής των ΗΠΑ στον πόλεμο ήταν η βοήθεια προς την Κροατία, για την επίθεση προς την Σερβική Δημοκρατία της Κράινα και γενικότερα την Κροατο-Μουσουλμανική συμμαχία, γιά την αντεπίθεση στον πόλεμο της Βοσνίας.
Ξημερώματα της 4ης Αυγούστου 1995 αεροπλάνα του ΝΑΤΟ καταστρέφουν το αντιαεροπορικό σύστημα του σερβικού στρατού της Κράινα, ενώ διαλύουν όλες τις ενδοεπικοινωνίες μεταξύ των μονάδων του. Ο συγχρονισμός για την άμυνα της Κράινα είναι πια αδύνατος, με την Αμερική να κάνει ακόμα μία επίδειξη δύναμης. Ο πόλεμος τελειώνει επίσημα στις 14 Δεκεμβρίου 1995.
Αφγανιστάν, 2001: Στη σκιά της 11ης Σεπτεμβρίου
7 Οκτωβρίου 2001: Κωδική ονομασία “Διαρκής Ελευθερία”. Στη σκιά των επιθέσεων της 11η Σεπτεμβρίου, οι ΗΠΑ καοδηγούν την εισβολή στο Αφγανιστάν και ανακοινώνουν επίσημα πως στόχος της εισβολής είναι ο εντοπισμός του Οσάμα Μπιν Λάντεν και άλλων υψηλόβαθμων στελεχών της Αλ Κάιντα, καθώς και η κατάρρευση του καθεστώτος των Ταλιμπάν.
Με απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ στη χώρα εγκαθίσταται διεθνής στρατιωτική δύναμη, τη διοίκηση της οποίας ανέλαβε το 2003 το NATO. Το 2004 διενεργούνται εκλογές και πρόεδρος εκλέγεται ο Χαμίντ Καρζάι.
Η αρχική επίθεση έπληξε σε μεγάλο βαθμό τους Ταλιμπάν. Όταν όμως η προσοχή της κυβέρνησης Μπους στράφηκε στο Ιράκ το 2003, οι Ταλιμπάν ξεκίνησαν να ανασυντάσσονται. Μετά από χρόνια σχετικής ηρεμίας και ασφάλειας, η κατάσταση άρχισε και πάλι να επιδεινώνεται το 2006. Οι Ταλιμπάν σταδιακά ανέκτησαν τη δύναμή τους.
Όταν ο Μπαράκ Ομπάμα ανέλαβε την προεδρία αποφάσισε να ενισχύσει τις δυνάμεις στη χώρα, θέλοντας να πλήξει τη δράση των Ταλιμπάν. Ο αριθμός των νεκρών εκτιμάται ότι κυμαίνεται ανάμεσα σε 24.000 και 34.000.
Οι απώλειες για τις ξένες δυνάμεις ανέρχονται σε τουλάχιστον 2.500. Οι περισσότεροι από τους στρατιώτες που έχασαν τη ζωή τους ήταν Αμερικανοί. Για τον πόλεμο του Αφγανιστάν υπήρξαν πολλές αντιδράσεις όσον αφορά το κόστος. Δημοσιεύματα της εποχής έκαναν λόγο για περισσότερα από 450 δισ. δολάρια.
Ιράκ 2003: Τα όπλα μαζικής καταστροφής που ποτέ δεν βρέθηκαν
17 Μαρτίου 2003. Ο Τζορτζ Μπους, εμφανίζεται στην αίθουσα του Σταυρού στον Λευκό Οίκο και στέλνει τελεσίγραφο στον τότε ηγέτη του Ιράκ, Σαντάμ Χουσεΐν. Τρεις μέρες αργότερα, στις 20 Μαρτίου, ο Πόλεμος του Ιράκ ξεκινά με επιθέσεις των Αμερικανικών αεροπλάνων. Η εικόνα από το βομβαρδισμένο παλάτι στη Βαγδάτη, με πυκνό καπνό να βγαίνει μέσα απ’ αυτό, κάνει το γύρο του κόσμου.
Ο Σαντάμ Χουσεΐν εμφανίζεται στην ιρακινή τηλεόραση την Πέμπτη 20 Μαρτίου του 2003, λίγες ώρες μετά την πρώτη επίθεση των Αμερικανών εναντίον της Βαγδάτης. Σε τηλεοπτικό διάγγελμα, ο Σαντάμ κατηγορεί τις Ηνωμένες Πολιτείες για τη διάπραξη εγκλήματος εναντίον του Ιράκ.
Η μονομερής απόφαση της Αμερικής για τον πόλεμο του Ιράκ διαιρεί την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) σε υποστηρικτές και αντιτιθέμενους προς αυτή, κατάσταση που δημιούργησε προβληματισμούς για την διατήρηση της ενότητάς της. Συνέπεια αυτής της ιδιαιτερότητας ήταν να αρχίσουν με κύριους πρωταγωνιστές τη Γαλλία και την Γερμανία προσεγγίσεις της Ευρώπης με την Ρωσία, οι οποίες αξίζουν παρατήρησης για περαιτέρω αξιοποίησή τους, όπως και αν διαμορφωθούν μελλοντικά τα πράγματα.
Ο τέος ηγέτης αφού εντοπίστηκε σε ένα λαγούμι, οδηγήθηκε σε δίκη στις 5 Νοεμβρίου 2005 όπου του απαγγέλθηκαν κατηγορίες για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Περίπου ένα χρόνο μετά, το δικαστήριο έκρινε ένοχο τον πρώην ηγέτη του Ιράκ και τον καταδίκασε εις θάνατον δι’ απαγχονισμού. Η ποινή εκτελέστηκε στις 30 Δεκεμβρίου 2006, περίπου στις 6 π.μ. τοπική ώρα.
Τον Δεκέμβριο του 2005 ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζορτζ Μπους παραδέχεται ότι ο πόλεμος στο Ιράκ βασίστηκε σε λάθος πληροφορίες, αλλά ανέλαβε την ευθύνη της απόφασης να πραγματοποιηθεί η εισβολή, λέγοντας πως ήταν η σωστή επιλογή.
Ο Μπους υπεραμύνθηκε της απόφασής του να εισβάλουν τα αμερικανικά στρατεύματα στο Ιράκ το 2003, προκειμένου «να διώξουν τον Σαντάμ Χουσεΐν» από την εξουσία.
Παρόλο που δεν βρέθηκαν ποτέ όπλα μαζικής καταστροφής στο Ιράκ, ήταν πολύ σημαντικό να ανατραπεί ο Σαντάμ, επειδή είχε διακηρύξει ότι οι ΗΠΑ είναι εχθρός και ήθελε να αναπτύξει μη συμβατικά όπλα.
Στις 31 Αυγούστου 2010, ο τέως πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα κήρυξε το τέλος του πολέμου και διέταξε τους Αμερικανούς στρατιώτες να αποχωρήσουν από το Ιράκ.
7 Απριλίου 2017: Οι ΗΠΑ βομβαρδίζουν τη Συρία με 59 “Τόμαχοκ”
Κατά την περίοδο της προεδρείας του Μπάρακ Ομπάμα, οι ΗΠΑ δεν εμπλέκονται πουθενά, πέρα από τις καθιερωμένες επεμβάσεις. Μέχρι που φτάνουμε στο σήμερα και τον Ντόναλντ Τραμπ.
Τα ξημερώματα της 7ης Απριλίου ο Ντόναλντ Τραμπ με διάγγελμά του ανακοινώνει: “Σήμερα διέταξα μια στοχευμένη επίθεση σε στρατιωτική βάση στη Συρία από την οποία έγινε η επίθεση. Είναι προς το ζωτικό συμφέρον των ΗΠΑ να εμποδίσουν και να αποτρέψουν τη διασπορά της χρήσης τέτοιων χημικών όπλων”.
Δύο αμερικανικά αεροπλανοφόρα στη Μεσόγειο εκτοξεύουν 59 πυραύλους “Τόμαχοκ” με στόχο τη βάση αλ Σαριάτ, λίγο πριν τις 4 τα ξημερώματα ώρα Συρίας. Στόχος είναι τα συριακά μαχητικά, υποδομές, ραντάρ και αποθήκες πυρομαχικών.
Ένας νέος κύκλος αμερικανικών επιχειρήσεων μόλις ξεκίνησε….