Ας υποθέσουμε ότι μια γενική απεργία έχει ως αίτημα την αύξηση μισθών σε διαφορετικούς τομείς της οικονομίας και επιτυγχάνει: 10% αύξηση στους εργατοϋπαλλήλους, 20% στους βιομηχανικούς εργάτες, 30% στους οικοδόμους, 40% στους τραπεζικούς υπαλλήλους και 50% στους εργαζόμενους στις ΔΕΚΟ. Μεσοσταθμική δηλ. αύξηση 25%.
Μετά τα πανηγύρια όμως έρχεται η κατάρρευση. Η αύξηση του 25% , για όσους γνωρίζουν μαθηματικά, δεν είναι λεφτά που πήραν από κάποιους «κακούς» πλούσιους και δόθηκαν σε κάποιους «καλούς» φτωχούς όπως νομίζουν κάποιοι, αλλά εργασιακό κόστος που μετακυλύετε στις τιμές των προϊόντων.
Έτσι το επίπεδο ζωής για τους εργατοϋπαλλήλους και τους βιομηχανικούς εργάτες μειώθηκε κατά 15% και 5% αντίστοιχα, όπως και η αύξηση της αγοραστικής δύναμης των οικοδόμων είναι πολύ λιγότερη (μόλις 5%) από όσο νόμιζαν αρχικά. Οι ωφελημένοι είναι τα πιο οργανωμένα συνδικάτα (και ιδιαίτερα του Δημοσίου) που διεκδίκησαν μεγαλύτερες αυξήσεις από τα λιγότερα οργανωμένα του ιδιωτικού, αλλά και πάλι με λιγότερα οφέλη από αυτά που αρχικά διεκδίκησαν. Οι αυξήσεις όμως του Δημοσίου είναι χρεώσεις που καλούνται να πληρώσουν οι άλλες κατηγορίες εργαζομένων και ας συμμετείχαν στην ίδια απεργία σε ένδειξη εργατικής αλληλεγγύης.
Παράλληλα δε η αύξηση των μισθών κατά 25% δημιουργεί πληθωριστικές τάσεις που ροκανίζουν εκ νέου το υποτιθέμενο αυξημένο εισόδημα των εργαζομένων ακόμη και αυτών που εμφανώς ωφελούνται.
Οι επιχειρήσεις σε μια προσπάθεια τους να διατηρήσουν την κερδοφορία τους θα έπρεπε να αυξήσουν την τιμή των προϊόντων τους και παράλληλα να αυξήσουν τις πωλήσεις τους. Δε νομίζω να συμβαίνει συχνά να χάνεις, λόγω αυξημένων τιμών, ανταγωνιστικότητα και παράλληλα να αναπτύσσεσαι. Μοιραία η αναγκαιότητα για μείωση του μισθολογικού κόστους, να επιφέρει απολύσεις και αύξηση της ανεργίας. Και ανεργία σημαίνει, επιδόματα και επιπλέον μείωση της παραγωγικότητας, δυο γεγονότα που προφανώς πληρώνουν οι πολίτες με τους φόρους τους. Φόροι που συντελούν στην περαιτέρω μείωση των εισοδημάτων τους, πολύ μεγαλύτερη από αυτή που αρχικά φάνηκε ότι κέρδισαν.
Συμπέρασμα; Οι συνήθεις ύποπτοι συμπαθείας συνδικαλιστές εν Ελλάδι –και όχι μόνο- με την διαρκή επανάσταση τους εναντίον των επιχειρηματιών και του συστήματος, αλλοίωσαν ολόκληρο τον κύκλο της οικονομίας διεκδικώντας βραχυπρόθεσμα οφέλη κτίζοντας προσωπικές καριέρες πάνω σε ανυποψίαστα θύματα ανέργων και στα ερείπια μια διαλυμένης οικονομίας.
Είναι καιρός να αλλάξει ο συνδικαλισμός στην Ελλάδα. Μια είναι η πραγματική και με διάρκεια, αύξηση των μισθών των εργαζομένων. Αυτή που συμβαδίζει με την παραγωγικότητα. Συνδικάτα που συνεργάζονται για το σκοπό αυτό βοηθούν και την οικονομία και τους εργαζόμενους. Άλλωστε οι εργαζόμενοι είναι ταυτόχρονα και καταναλωτές από προϊόντα που οι ίδιοι παράγουν και η αυξημένη αγοραστική τους δύναμη είναι όφελος και για τους κατ’ ευφημισμόν «εκμεταλλευτές» του συστήματος. Τους επιχειρηματίες. Χωρίς λαϊκό εισόδημα ,για όσους γνωρίζουν, δεν υπάρχει καπιταλισμός.
Ποιος θα έλεγε όχι σε ένα συνδικάτο που θα διεκδικούσε αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας; Ποιος θα το κατηγορούσε αν ζητούσε μεγαλύτερη προστασία της υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων; Ποιος θα αντιστεκόταν στην αύξηση των δεξιοτήτων και των ικανοτήτων κάθε εργαζόμενου; Ποιος θα ήταν αυτός που δεν θα επικροτούσε μια νέα ιδέα, μια καινοτομία ή ένα πιο αποδοτικό καταμερισμό εργασίας; Κανείς. Αυτά αυξάνουν την παραγωγικότητα και τους μισθούς κατ’ επέκταση. Όχι για ψήλου πήδημα απεργίες, καταλήψεις, αποκλεισμούς δρόμων, εξαναγκαστικές αυξήσεις μισθών και επιδομάτων, παράλογες και αντιοικονομικές νομοθετήσεις (ωριμάνσεις, τριετίες, κατώτατος μισθός, διατιμήσεις, παράλογες αποζημιώσεις και εφ άπαξ, όριο απολύσεων, κ.ο.κ) .
Όλα αυτά αύξησαν το εργασιακό κόστος δυσανάλογα με την παραγωγικότητα της επιχείρησης, μέχρι που αυτή ψόφησε, σαν το γάιδαρο του Χότζα. Μαζί με τον αναβάτη.
Υ.Γ. Κείμενο προσαρμοσμένο στην ελληνική πραγματικότητα από το βιβλίο του Henry Hazlitt, «Οικονομία σε ένα μάθημα»