Η πιο σημαντική ημερομηνία στην ιστορία της νεότερης Ελλάδας είναι η 25η Μαρτίου. Μια γιορτή που έχει διπλό χαρακτήρα, αφενός λόγω του θρησκευτικού της χαρακτήρα, αφού γιορτάζουμε τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, αφετέρου γιατί σηματοδοτεί την έναρξη της ελληνικής επανάστασης ενάντια στην οθωμανική κυριαρχία το 1821.
Η 25η Μαρτίου εορτάζεται ως ημέρα αργίας με παρελάσεις και άλλες εορταστικές εκδηλώσεις την ίδια ημέρα, αλλά και την παραμονή της.
Ουσιαστικά, γιορτάζουμε την Επανάσταση που έγινε εναντίον του τουρκικού ζυγού μετά από 400 χρόνια σκλαβιάς και αναφερόμαστε στην ένοπλη εξέγερση των Ελλήνων εναντίον των Οθωμανών με σκοπό την ίδρυση ανεξάρτητου κράτους, του ελληνικού κράτους που υπάρχει ακόμη και σήμερα.
Τι συνέβη, όμως, στις 25 Μαρτίου του 1821 και την έχουμε αναδείξει ως την ημέρα της εθνικής μας εορτής; Τίποτα απολύτως, λένε οι ιστορικοί.
Ή σχεδόν τίποτα, για να είμαστε ακριβείς, πέρα από κάποιες αψιμαχίες. Κανένα σπουδαίο πολεμικό γεγονός που να δικαιολογεί αυτή την επιλογή. Ούτε καν η ύψωση του λαβάρου της Μονής της Αγίας Λαύρας και η ορκωμοσία των παλληκαριών από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό.
Άλλωστε και ο ίδιος ο Παλαιών Γερμανός δεν αναφέρει λέξη για το περιστατικό στα απομνημονεύματά του. Είναι ιστορικά εξακριβωμένο ότι εκείνη την ημέρα δεν βρισκόταν στη Μονή της Αγίας Λαύρας, αλλά στην Πάτρα, όπου όντως όρκισε τους επαναστάτες της περιοχής στην Πλατεία του Αγίου Γεωργίου.
Η επέτειος να γιορτάζουμε τον εθνικό ξεσηκωμό στις 25 Μαρτίου καθιερώθηκε στις 15 Μαρτίου 1838 από τον βασιλιά Όθωνα, προκειμένου να συνδεθεί με το εκκλησιαστικό γεγονός του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Ήταν και επιθυμία του Αλέξανδρου Υψηλάντη και της Φιλικής Εταιρείας να συνδεθεί η έναρξη της επανάστασης με μια μεγάλη εκκλησιαστική εορτή για να τονωθεί το φρόνημα των υπόδουλων Ελλήνων.
Στην πραγματικότητα, η Επανάσταση δεν ξεκίνησε στις 25 Μαρτίου 1821, αλλά λίγες μέρες νωρίτερα στην Πελοπόννησο, μία περιοχή με συμπαγείς ελληνικούς πληθυσμούς και μικρή στρατιωτική παρουσία των Τούρκων. Ο στρατιωτικός και πολιτικός διοικητής της Πελοποννήσου (Μόρα Βαλεσί) Χουρσίτ Πασάς βρισκόταν στα Γιάννινα για να εξοντώσει τον Αλή Πασά, ο οποίος είχε αυτονομηθεί από την Υψηλή Πύλη. Πριν από την αναχώρησή του, ο Χουρσίτ είχε λάβει διαβεβαιώσεις από τους προεστούς του Μοριά ότι οι φήμες που κυκλοφορούσαν για τον επικείμενο ξεσηκωμό των ραγιάδων ήταν ανυπόστατες.Αχαιοί και Μανιάτες ερίζουν για το ποιος έριξε την πρώτη τουφεκιά του εθνικού ξεσηκωμού.
Στις 21 Μαρτίου αρχίζει η πολιορκία των Καλαβρύτων από τον Σωτήρη Χαραλάμπη και τους Πετμεζαίους. Είναι η πρώτη πολεμική ενέργεια της Επανάστασης και θα λήξει νικηφόρα μετά από πέντε ημέρες.
Στις 23 Μαρτίου οι Μανιάτες υπό την αρχηγία του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη και τη συνεπικουρία του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη καταλαμβάνουν την Καλαμάτα και με διακήρυξή τους κάνουν γνωστό στη διεθνή κοινότητα τον ξεσηκωμό των Ελλήνων.
Την ίδια ημέρα, οι άνδρες του Αντρέα Λόντου θέτουν υπό τον έλεγχό τους τη Βοστίτσα (σημερινό Αίγιο), ενώ επαναστατικός αναβρασμός επικρατεί στην Πάτρα. Από την Κωνσταντινούπολη με προορισμό το Άγιο Όρος αναχωρεί ο Σερραίος έμπορος και φλογερός πατριώτης, Εμμανουήλ Παππάς, προκειμένου να ξεκινήσει την Επανάσταση στη Μακεδονία.
Πρώτος ο Παναγιώτης Σούτσος πρότεινε το 1834 την καθιέρωση εορτασμού της Ελληνικής Επανάστασης την 25η Μαρτίου, αναφέροντας ότι ήταν η μέρα γενίκευσης της επανάστασης στην Πελοπόννησο και αναγέννησης της Ελλάδας, σε υπόμνημα το οποίο ο Ιωάννης Κωλέττης υπέβαλε στον Όθωνα ως πρόταση σχεδίου νόμου.
Το 1836 τιμήθηκε η 25η Μαρτίου σε συνδυασμό με τα Καλάβρυτα και τον Π. Πατρών Γερμανό με χάλκινο μετάλλιο που κόπηκε με την ευκαιρία του γάμου του βασιλιά Όθωνα και της Αμαλίας. Σε αυτό εικονίζεται η θρυλική σκηνή, με τον Γερμανό να κρατά υψωμένη σημαία και σταυρό και δύο ένοπλους αγωνιστές σε κίνηση ορκωμοσίας ή χαιρετισμού. Φέρει την επιγραφή “ΘΕΟΣ ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΜΟΥ ΚΑΙ ΥΨΩΣΩ ΑΥΤΟΝ – ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ 25 ΜΑΡΤ. 1821” (το απόφθεγμα είναι από την Έξοδο, ιε’, 3). Η άλλη όψη του μεταλλίου εικονίζει τον Γερμανό.
Η επίσημη διακήρυξη των επαναστατών προς τις ξένες κυβερνήσεις έγινε με προκήρυξη της “Μεσσηνιακής Γερουσίας” την 25 Μαρτίου 1821. Η 25/3 λογίζεται ως αρχή της Επανάστασης σε δικαστικό έγγραφο της Προσωρινής Διοίκησης της Ελλάδος του 1823, όπου το “Επαρχικόν Κριτήριον Τριπολιτζάς” (είδος δικαστικού οργάνου) αναφέρει ότι “η αποστασία ηκολούθησε εις τας 25 Μαρτίου”.
Ωστόσο, κατά τον πρώτο εορτασμό της επετείου, το 1838, από τους ξένους πρέσβεις και προσωπικό πρεσβειών απουσίασαν από την εορτή μόνο αυτοί της Ρωσίας και της Αυστρίας με τους υπαλλήλους τους.
Ο εορτασμός της επετείου καθιερώθηκε στις 15 Μαρτίου 1838 με το Βασιλικό Διάταγμα 980 / 15(27)-3-1838 από την Κυβέρνηση του Όθωνα, προκειμένου να συνδεθεί με το εκκλησιαστικό γεγονός του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Ήταν και επιθυμία του Αλέξανδρου Υψηλάντη και της Φιλικής Εταιρείας να συνδεθεί η έναρξη της επανάστασης με μια μεγάλη εκκλησιαστική εορτή για να τονωθεί το φρόνημα των υπόδουλων Ελλήνων.
Ο πρώτος εορτασμός στην Αθήνα όπου συμμετείχαν ο Βασιλιάς Όθων και η Βασίλισσα Αμαλία, πολιτικές και στρατιωτικές αρχές και πλήθος λαού, έγινε στον Ναό της Αγίας Ειρήνης. Ο Μητροπολιτικός Ναός των Αθηνών θεμελιώθηκε την 25 Δεκ. 1842 και αφιερώθηκε στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου για να τιμηθεί η 25 Μαρτίου 1821.
Το 1839, ο Αμβρόσιος Φραντζής αναφέρει ότι η 25η Μαρτίου ήταν ημέρα «ρητή και εμφυτευμένη εις τας καρδίας των Πελοποννησίων κτλ. ως ημέρα ενάρξεως της Ελληνικής επαναστάσεως», ενώ ο ίδιος παρουσιάζει τα γεγονότα στα οποία η 25η Μαρτίου είναι μια από τις ημέρες των πρώτων ενεργειών που άρχισαν μετά τα μέσα Μαρτίου και όχι «ημέρα ενάρξεως».
Μετά την επίσημη καθιέρωση του εορτασμού, και ιδίως το 1841, έγινε προσπάθεια οικειοποίησης της επετείου από την αντιπολιτευόμενη αντι-οθωνική μερίδα, με ιδιωτικούς εορτασμούς στους οποίους προβαλλόταν ιδιαίτερα η μορφή του Κοραή. Η εορτή συνέχισε να είναι αντικείμενο κομματικών και τοπικιστικών αντιπαραθέσεων: ιδιαίτερες αντιδράσεις προκάλεσε το 1846 και 1847 η απόφαση του πρωθυπουργού Κωλέττη για την πραγματοποίηση επίσημης τελετής στον τάφο του ρουμελιώτη οπλαρχηγού Γεώργιου Καραϊσκάκη στο Φάληρο, καθώς θεωρήθηκε ότι οδηγούσε σε ταύτιση της Επανάστασης με ένα πρόσωπο.
Έως το 1875 ο στρατός βρισκόταν παρατεταγμένος κατά μήκος της διαδρομής της βασιλικής πομπής από τα ανάκτορα προς την εκκλησία και αντίστροφα.Το 1875 πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά παρέλαση του στρατού μπροστά από τα ανάκτορα, πρακτική τρέχουσα από τα μέσα του αιώνα σε δημόσιες γιορτές στη Γαλλία και τα γερμανικά κράτη.
Την επόμενη χρονιά, αν και δεν πραγματοποιήθηκε στρατιωτική παρέλαση εξαιτίας βροχής, δίπλα στο στρατό παρατάχθηκε και μία πανεπιστημιακή φάλαγγα. Η πρωιμότερη αναφορά για μαθητική παρέλαση εντοπίζεται το 1899. Τα σχολεία είχαν παραταχθεί και κατά τον εορτασμό της 25ης Μαρτίου του 1924, όταν ανακηρύχθηκε η Δημοκρατία.
Τα επόμενα χρόνια την παρέλαση του στρατού πλαισίωναν και πρόσκοποι και μαθητές στρατιωτικών σχολών.
Το 1932 τα σχολεία της Αθήνας παρήλασαν μπροστά από επισήμους στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη μαζί με τους προσκόπους, τη «φρουρά της πόλης» και τις «εθνικιστικές οργανώσεις».
Από το 1936 η μαθητική παρέλαση, που έγινε μπροστά από το βασιλιά Γεώργιο και τον πρωθυπουργό Μεταξά, έλαβε επίσημο χαρακτήρα. Την περίοδο της δικτατορίας του Μεταξά οι παρελάσεις μαθητών και φαλαγγιτών (μελών της ΕΟΝ) προσέλαβαν μεγάλη σημασία και συνδέθηκαν με τη στρατιωτική παρέλαση. Η πρακτική των μαθητικών παρελάσεων εξακολούθησε κατά την εμφυλιοπολεμική περίοδο και έπειτα έως και μετά τη μεταπολίτευση.