Θετικά και αρνητικά μέτρα θα νομοθετηθούν ταυτοχρόνως, και ταυτοχρόνως θα εφαρμόζονται, εφόσον τα δημόσια οικονομικά θα κινούνται στην τροχιά επίτευξης των στόχων, δήλωσε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Γιώργος Χουλιαράκης κατά την ενημέρωση της αρμόδιας Επιτροπής Οικονομικών για τα αποτελέσματα του Eurogroup της 20ης Φεβρουαρίου.
Διαψεύδοντας το επιχείρημα της αντιπολίτευσης ότι τα θετικά μέτρα θα εφαρμοστούν μόνο αν η χώρα «πιάσει» τους στόχους, δεσμεύθηκε ότι «τα θετικά επεκτατικά μέτρα θα εφαρμοστούν κατ’ αναλογίαν ακόμη και σε περίπτωση απόκλισης. Π.χ. αν το φθινόπωρο 2018 έχουμε στόχο 3,5% πλεόνασμα και πιάνουμε 3%, θα εφαρμοστούν 1,5% θετικά μέτρα». Όπως εξάλλου έσπευσε να επισημάνει ο κ. Χουλιαράκης, ακόμη κι αν δεν υπήρχε αυτή η ενδιάμεση συμφωνία, και πάλι θα έπρεπε να ληφθούν μέτρα στην περίπτωση που είχαμε απόκλιση από τους στόχους.
Απαντώντας στην κριτική που δέχθηκε για την καθυστέρηση στο «κλείσιμο» της αξιολόγησης, ο κ. Χουλιαράκης τόνισε ότι το πραγματικό δίλημμα είναι είτε η υιοθέτηση των εξωπραγματικών απαιτήσεων του ΔΝΤ είτε η καθυστέρηση, δηλαδή η διαπραγμάτευση. «Με αυτό το κριτήριο θα πρέπει να αξιολογηθεί η πρωτοβουλία της κυβέρνησης για πλαίσιο συμφωνίας», είπε.
Ο κ. Χουλιαράκης τόνισε ότι η ανάγκη για ένα ενδιάμεσο πλαίσιο συμφωνίας, όπως αυτή υιοθετήθηκε στο τελευταίο Eurogroup, προέκυψε από το γεγονός ότι το ΔΝΤ δεν συντάχθηκε με τις εκτιμήσεις των ευρωπαϊκών θεσμών, με τις εκτιμήσεις του Ταμείου να είναι πολύ πιο απαισιόδοξες και εξωπραγματικές, από αυτές των ευρωπαϊκών θεσμών.
Ανέφερε επίσης, ότι το ενδιάμεσο πλαίσιο συμφωνίας, προέκυψε από την επιμονή της Ολλανδίας και της Γερμανίας για τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα. «Με αυτά τα δεδομένα, καθήκον της ελληνικής κυβέρνησης είναι να λάβει όλα τα απαιτούμενα μέτρα επ’ ωφελεία της χώρας, χωρίς κόστος, ή με το λιγότερο δυνατό κόστος», εξήγησε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, σημειώνοντας πως αν η κυβέρνηση δεν είχε αποδεχθεί αυτή την ενδιάμεση συμφωνία, τότε θα συνεχιζόταν η καθυστέρηση και θα υπήρχε μεγάλη αβεβαιότητα για την πραγματική οικονομία.
Ταυτοχρόνως, όπως επισήμανε ο κ. Χουλιαράκης, η κυβέρνηση ήθελε πάση θυσία να αποφύγει την καταστροφική υιοθέτηση εφαρμογής επιπλέον υφεσιακών μέτρων που προκύπτουν από τις εξωπραγματικές εκτιμήσεις του ΔΝΤ.
Το πλαίσιο συμφωνίας προβλέπει ταυτόχρονη νομοθέτηση επεκτατικών και περιοριστικών μέτρων δημοσιονομικής πολιτικής ίσου ύψους. Όσο επεκτατικά τόσο και περιοριστικά θα νομοθετηθούν ταυτοχρόνως, είπε ο κ. Χουλιαράκης.
Η συμφωνία προβλέπει επίσης, την εφαρμογή του συνόλου των δύο αυτών κατηγοριών των μέτρων, ταυτόχρονα και σταδιακά από το 2019 και μετά υπό την προϋπόθεση ότι τα δημόσια οικονομικά παραμένουν σε τροχιά επίτευξης των στόχων των πρωτογενών πλεονασμάτων.
Εξάλλου, ο Γ. Χουλιαράκης ανέφερε πως «και το ύψος των πλεονασμάτων, που η ΝΔ το θεωρεί δεδομένο, είναι και αυτό θέμα διαπραγμάτευσης», και επισήμανε πως η ΝΔ το 2014 είχε ψηφίσει για πλεόνασμα πάνω από 5%, το 2018.
Απαντώντας στο ερώτημα γιατί χρειάζεται πλαίσιο συμφωνίας και δεν είναι αρκετή η συμφωνία του 2015, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών σημείωσε πως «αν η διαπραγμάτευση γινόταν μόνο με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς όλοι συμφωνούμε ότι η διαπραγμάτευση θα είχε ολοκληρωθεί- με βάση την Κομισιόν δεν υπάρχει καν κενό το 2018. Η ανάγκη υπάρχει γιατί το ΔΝΤ δεν συντάσσεται με τις εκτιμήσεις των ευρωπαϊκών θεσμών και έχει εξωπραγματικές εκτιμήσεις».
Μάλιστα υπενθύμισε πως «το ΔΝΤ προέβλεπε πριν ψηφίσουμε τα μέτρα του Μαΐου του 2016 πλεόνασμα 3,5% για το 2019 και τώρα αφού ψηφίσαμε τα μέτρα το 2016 πλεόνασμα 1,5%», και προσέθεσε: «Πώς το εξηγεί αυτό; Δεν το εξηγεί».