Κλίμα υψηλών προσδοκιών σχετικά με την “παγωμένη” μέχρι τώρα αξιολόγηση εξακολουθεί να καλλιεργεί η κυβέρνηση της Αριστεράς μέχρι και στο παρά πέντε του επικείμενου Eurogroup, για το οποίο σύσσωμοι οι δανειστές έχουν ξεκαθαρίσει πως δεν υπάρχει περίπτωση εξεύρεσης συνολικής λύσης ως προς το ελληνικό ζήτημα ή επίτευξης πολιτικής συμφωνίας.
Για τους θεσμούς το επικρατέστερο σενάριο, ως προς το αποτέλεσμα, το οποίο αναμένεται να προκύψει από το κρίσιμο συμβούλιο των ΥΠΟΙΚ της Ευρωζώνης την ερχόμενη Δευτέρα, είναι έστω να ληφθεί η απόφαση για επιστροφή της τρόικας στην Αθηνα, έτσι ώστε οι δύο πλευρές να πιάσουν το “νήμα” της διαπραγμάτευσης, με στόχο η αξιολόγηση να κλείσει τον ερχόμενο Μάρτιο.
Από την πλευρά του πάντως το Μαξίμου, ενώ ακόμη και ο ίδιος ο πρόεδρος του Eurogroup, Γερούν Ντάισελμπολουμ έχει επισημάνει ότι τη Δευτέρα θα γίνει μία απλή καταγραφή της πορείας των μέχρι σήμερα διαβουλεύσεων και θα τεθούν επί “τάπητος” σχέδια “επί χάρτου”, που θα δώσουν ώθηση στην αξιολόγηση, επιμένει να “τάζει” πολιτική λύση στο επικείμενο συμβούλιο.
Σύμφωνα με τα μηνύματα, τα οποία εκπέμπονται από τις Βρυξέλλες, η αξιολόγηση αναμένεται να “τραβήξει” πέρα από την άνοιξη, γεγονός που προκαλεί “σύγκρυο” και στην εγχώρια τραπεζική αγορά, από όπου καταθέσεις ύψους 2,5 δισ. ευρώ έκαναν “φτερά” μέσα σε μόλις 45 ημέρες. Η εξέλιξη αυτή δικαιολογεί απόλυτα το “καμπανάκι” που πρόσφατα χτύπησε ο διοικητής της ΤτΕ, Γιάννης Στουρνάρας, για ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων τώρα και όχι αργότερα. Το θρίλερ του 2015 “αναβιώνει”, ενώ οι Γερμανοί δεν περνούν από το τραπέζι το σενάριο του Grexit.
Από τη στιγμή που ο πήχης αξιώσεων για το Eurogroup της ερχόμενης Δευτέρας έχει πιάσει “πάτο”, τα “βλέμματα” έχουν στραφεί τώρα στο ραντεβού της Γερμανίδας καγκελαρίου, Άγγελας Μέρκελ και της επικεφαλής του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, όπου ψηλά στην ατζέντα θα βρεθεί το ελληνικό ζήτημα.
Οι συζητήσεις των δύο ισχυρών γυναικών θα έχουν “φόντο” το δημοσίευμα της Die Welt, σύμφωνα με το οποίο έχουν δώσει τα χέρια ως προς το επίμαχο ζήτημα του ελληνικού χρέους, έχοντας συμφωνήσει να το συζητήσουν το 2018, ύστερα δηλαδή από τις γερμανικές εκλογές.
Όπως αναφέρει το δημοσίευμα, ο συντάκτης του οποίου επικαλείται πηγές από το Βερολίνο, πριν από λίγες ημέρες, υπήρξε τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ της Γερμανίδας Καγκελαρίου και της επικεφαλής του Ταμείου, Λαγκάρντ, η οποία και υποσχέθηκε στη Μέρκελ πως θα στηρίξει το ελληνικό πρόγραμμα και ειδικότερα δεσμεύτηκε για τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα. Μάλιστα, όσον αφορά στο θέμα της ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους, συμφωνήθηκε να μην επανέλθει στην ατζέντα πριν το 2018 (ήτοι έναν χρόνο μετά από τις γερμανικές εκλογές), όπως αναφέρει η γερμανική εφημερίδα.
Συνεχίζοντας, το δημοσίευμα σχολιάζει πως εάν αληθεύει η παραπάνω πληροφορία, το ΔΝΤ αγοράζει, για ακόμη μία φορά, χρόνο. Στην Ουάσινγκτον, όπως και στο Βερολίνο, υπάρχει ενδιαφέρον να ενισχυθεί η Καγκελάριος στην προεκλογική της εκστρατεία. Εκείνη διεκδικεί μια δεύτερη θητεία, ενώ η Λαγκάρντ από την πλευρά της βλέπει τη Μέρκελ ως έναν από τους λίγους πυλώνες σταθερότητας σε έναν ολοένα πιο αβέβαιο κόσμο – και για αυτό δεν θέλει να είναι από τα εμπόδια, στα οποία θα σκοντάψει η Μέρκελ στον δρόμο προς την Καγκελαρία.
Πάντως, από την πλευρά του, το ΔΝΤ δεν θέλει να επιβεβαιώσει τις εν λόγω πληροφορίες, διαμηνύοντας πως η στάση του είναι αμετάβλητη, ότι δηλαδή χρειάζονται σκληροί όροι για την Ελλάδα και μια “ακριβή” ελάφρυνση χρέους για τους Ευρωπαίους εταίρους της.
Μάλιστα, όπως αναφέρει η εφημερίδα, επί μια ολόκληρη επταετία, οι πολιτικοί αγοράζουν χρόνο, όσον αφορά στην ελληνική κρίση. Ωστόσο, τονίζει, είναι σαφές, από την πρώτη κιόλας αξιολόγηση, ότι η Αθήνα δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του προγράμματος διάσωσης που έχει συμφωνηθεί.
«Το ΔΝΤ και το Βερολίνο παίζουν και πάλι ως ομάδα. Ο πρωθυπουργός της Ελλάδας, Αλέξης Τσίπρας, τώρα το έχει καταλάβει αυτό. Οι τόνοι της κυβέρνησης είναι σημαντικά πιο ήπιοι από ό,τι ήταν σε προηγούμενες διαμάχες. Στην Αθήνα, έχει γίνει πλέον κατανοητό – σε αντίθεση με το ό,τι γινόταν υπό τον Μπαράκ Ομπάμα – ότι από τις ΗΠΑ, λίγη πολιτική υποστήριξη θα υπάρξει. Και ο μεγαλύτερος υποστηρικτής του Τσίπρα στην Ευρώπη, ο πρόεδρος της Γαλλίας, Φρανσουά Ολάντ, δεν βρίσκεται πλέον στην εξουσία», σημειώνει, μεταξύ άλλων, η εφημερίδα.