Αθλητισμός

Κωνσταντίνου: “Ονειρό μου ήταν ο Παναθηναϊκός!”

Ο Μιχάλης Κωνσταντίνου μιλά πιθανότατα για πρώτη φορά μετά τη λήξη της καριέρας του για τον Παναθηναϊκό και τον Ολυμπιακό, τους κορυφαίους συμπαίκτες του, το Νο 1 γκολ του, τους τρεις γιους του και τη μεγαλύτερη ποδοσφαιρική συγκίνηση στη ζωή του.

Μιλά σπάνια. Σπανιότατα. Ισως γι’ αυτό η συνέντευξή του στο “Vantage Magazine” να… ρουφιέται με κάθε της λέξη. Στα 38 του πια ο Μιχάλης Κωνσταντίνου, παραχώρησε τη συνέντευξη στη Δερύνεια όπου γεννήθηκε και κλώτσησε μπάλα για πρώτη φορά. Πατέρας τριών αγοριών απολαμβάνει διαφορετικά τη ζωή με τη σύζυγό του, Εβελίνα Κυράστα, αλλά παραμένει κοντά στο ποδόσφαιρο, όντας μέλος του τεχνικού τιμ της εθνικής Κύπρου.

Πολύ πιο χαλαρός πλέον, δεν διστάζει να πει ότι όνειρό του ήταν να παίξει στην Ένωση Νέων Παραλιμνίου και στον Παναθηναϊκό. Παραδέχεται ότι πήρε σημαντικές αποφάσεις στη ζωή του – όπως η μεταγραφή στον Ολυμπιακό – χωρίς να προβληματιστεί ιδιαίτερα, αναφέρεται στους καλύτερους συμπαίκτες και το Νο 1 γκολ της καριέρας του, μιλά για την χειρότερη περίοδό της και τονίζει ότι μεγαλύτερη (ποδοσφαιρική) συγκίνηση στη ζωή του ήταν το γκολ του Τριαϊανού Δέλλα στον αλησμόνητο ημιτελικό του Euro 2004. Mπορείτε να διαβάσετε εξ ολοκλήρου τη συνέντευξη του πρώην επιθετικού Ηρακλή, Παναθηναϊκού, Ολυμπιακού στο “Vintage Magazine”, εμείς επιλέγουμε κάποια από τα πιο χαρακτηριστικά αποσπάσματά της…

“ΜΠΟΡΟΥΣΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ, ΑΔΙΚΗΣΑ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΟΥ””

– «∆εν µπορώ να είµαι αχάριστος. Σίγουρα είµαι πολύ ικανοποιηµένος από την πορεία µου. Όπως έχω πει και άλλες φορές, θεωρώ πως ίσως αδίκησα εγώ τον εαυτό µου. Σίγουρα θα µπορούσα να αγωνιστώ και εκτός Ελλάδας, ήταν ένα όνειρο που µου ήρθε πολύ αργότερα και δεν το έκανα. Αυτό όµως το βλέπω τώρα.

Στη ζωή πρέπει να κάνεις λάθη για να µάθεις. Πιστεύω ότι µπορούσα να είµαι ακόµη πιο καλός αλλά αυτά στην ηλικία που ήµουνα δεν τα έβλεπα. Το ελληνικό πρωτάθληµα ήταν πολύ καλό, είχε αξιόλογους ποδοσφαιριστές από όλο τον κόσµο και σίγουρα δεν ήταν εύκολο να φύγεις. Το να παίζεις σε ελληνικές οµάδες την τότε εποχή ήταν τεράστιο επίτευγµα. Ήµουν πολύ ήρεµος σαν άνθρωπος. Προσπαθούσα να διαχειριστώ και τη χαρά αλλά και την απογοήτευσή µου.

Στην καριέρα µου υπήρξαν στιγµές πάρα πολύ καλές που νόµιζα πως είµαι ο βασιλιάς του κόσµου, αλλά υπήρξε και περίοδος που ήµουνα ο τελευταίος των τελευταίων. Σίγουρα προσπαθούσα να διατηρώ τις ισορροπίες µου, να µην απογοητεύοµαι και να µην ενθουσιάζοµαι πολύ. Σηµαντικό ρόλο έπαιξε και ο µάνατζερ µου, ο οποίος περισσότερο µου µιλούσε για θέµατα χαρακτήρα και ταπεινότητας παρά για ποδοσφαιρικά θέµατα. Υπήρξε σαν πατέρας για εµένα. Ήταν µαζί µου από τα 16 µου χρόνια µέχρι το τέλος της ποδοσφαιρικής µου πορείας και η µεγαλύτερή του έγνοια ήταν ο τρόπος συµπεριφοράς µου έξω από τα γήπεδα». Περισσότερο µου µιλούσε για το πώς πρέπει να είµαι έξω από το γήπεδο παρά µέσα σε αυτό”.

ΤΑ ΧΕΙΡΟΤΕΡΑ, ΤΑ ΚΑΛΥΤΕΡΑ, ΤΟ ΓΚΟΛ ΣΤΗ ΒΑΡΚΕΛΩΝΗ

– «Η χειρότερη περίοδός μου ήταν η δεύτερη µου χρονιά στον Παναθηναϊκό. Είχα τραυµατιστεί στο τέλος της πρώτης χρονιάς και αυτό µε κράτησε αρκετούς µήνες έξω από τα γήπεδα. Ο Παναθηναϊκός περίµενε περισσότερα από εµένα, εγώ δεν ήµουνα έτοιµος και υπήρξε µια έντονη αποδοκιµασία προς εµένα, µια αµφισβήτηση που µε έριξε ψυχολογικά. ∆εν έβγαινα από το σπίτι µου ούτε για καφέ ούτε για φαγητό, ήµουν κλειδωµένος για έναν χρόνο και δεν ήθελα να βλέπω κανένα. Κάθε νίκη της οµάδας µε δική µου συνεισφορά µε έκανε πολύ χαρούµενο.

Το γκολ είναι κάτι µαγικό για εµένα, ειδικά σε κάποιο κρίσιµο παιχνίδι ή κρίσιµο λεπτό, και όταν το επιτύγχανα µε έκανε να νιώθω διαφορετικά, πιο ωραία. Καλές στιγµές υπήρξαν σίγουρα, είναι οι τελικοί κυπέλλων, τα παιχνίδια µε την Εθνική Κύπρου, τα ντέρµπι, τα Ευρωπαϊκά.

Είναι πολλές οι καλές στιγµές και δεν µπορώ να ονοµατίσω συγκεκριµένες. Το πιο σπουδαίο µου γκολ το οποίο θυµάται και πιστεύω ο περισσότερος κόσµος, ήταν ο δεύτερος προηµιτελικός του Champions League µε την Μπαρτσελόνα στο Καµπ Νου. Αν περνούσαµε, φυσικά, θα ήταν ακόµα πιο ωραίο, αλλά δυστυχώς δεν περάσαµε”.

– «Είχα την τύχη να αγωνιστώ µε πολύ καλούς ποδοσφαιριστές. Στον Ολυµπιακό αγωνίστηκα µε τον µεγάλο Ριβάλντο, έναν από τους καλύτερους ποδοσφαιριστές του κόσµου και µε τον Αντώνη Νικοπολίδη, µε τον οποίο είχαµε και µια πολύ καλή σχέση. Τον θεωρώ ως έναν µεγάλο τερµατοφύλακα και θαύµαζα την επιµονή του στις προπονήσεις.

Στον Παναθηναϊκό αγωνίστηκα, επίσης, µε πολύ καλούς παίκτες. Ένας από αυτούς ήταν ο Κριστόφ Βαζέχα, τον οποίο θαύµαζα για τα επιτεύγµατά του, τη µεγάλη του κλάση αλλά και για τον τρόπο που δούλευε στην προπόνηση. Στο Παραλίµνι αγωνίστηκα µε πάρα πολύ καλούς παίκτες όπως ο Αντώνης Ζέµπασιης και ο Μιχάλης Οικονόµου. Υπάρχουν όµως και άλλοι αρκετοί παίκτες που θα µπορούσα να αναφέρω»

– «Ο δυσκολότερος αντίπαλός µου ήταν ο Σολ Κάµπελ της Άρσεναλ, ένας παίκτης παγκόσµιας κλάσης, ο οποίος έπαιξε στις καλύτερες οµάδες της Ευρώπης και ήταν µέλος της Εθνικής Αγγλίας. Ήταν αρκετά δυνατός και στα παιχνίδια µας είχαµε αρκετές επαφές µε το σώµα».

– «Με βοήθησαν πάρα πολλοί προπονητές, πήρα από όλους κάτι. Ακόµη και από «κακούς» προπονητές πάντα κάτι κέρδιζα. Αν θα πρέπει όµως να ονοµατίσω κάποιον, ως τον καλύτερο προπονητή, θα πρέπει να πω τον Γιάννη Κυράστα, γιατί αν πω κάτι διαφορετικό θα µε σκοτώσει η γυναίκα µου».

Η ΑΓΑΠΗΜΕΝΗ ΟΜΑΔΑ, Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟ, ΤΟ ΓΚΟΛ ΤΟΥ ΔΕΛΛΑ

– «Εµείς µεγαλώσαµε µε όνειρο την Ένωση Νέων Παραλιµνίου. ∆εν ξέραµε ούτε την Οµόνοια, ούτε το Αποέλ, τίποτα. Μικρός το όνειρό µου ήταν να παίξω στο Παραλίµνι και µία µέρα να παίξω στον Παναθηναϊκό. Αν θα έπρεπε να πω µια οµάδα του εξωτερικού που συµπαθώ, θα έλεγα την Μάντσεστερ στην Αγγλία, γιατί µου έφεραν µια φανέλα της οµάδας όταν ήµουν µικρός και µου έµεινε. Στην Ισπανία θα ήµουν Ρεάλ Μαδρίτης και στη Γερµανία Μπάγερν Μονάχου».

– «∆εν προβληµατίζοµαι πολύ στη ζωή µου. Αυτό είναι είτε πολύ καλό είτε πολύ κακό. Οι αποφάσεις που έπαιρνα ήταν χωρίς πάρα πολλή σκέψη και πολύ άνετα. Αν προβληµατιζόµουν ιδιαίτερα ίσως να µη έκανα και αρκετά πράγµατα, ίσως να µη πήγαινα Ελλάδα, ίσως να µην πήγαινα στον Ολυµπιακό. Ακόµη και το τέλος µου στα γήπεδα ήρθε από µόνο του».

– «Μου αρέσουν πάντα οι τελικοί: Ο τελικός του Μουντιάλ, του Champions League. Στους τελικούς όλα µετράνε διαφορετικά, ένα γκολ είναι διαφορετικό, ο παλµός του κόσµου είναι διαφορετικός ακόµα και τα δευτερόλεπτα µετράνε διαφορετικά. Η πίεση, η συγκέντρωση είναι διαφορετική. Η µεγαλύτερη συγκίνηση που είχα ήταν ο ηµιτελικός του 2004 στο παιχνίδι Τσεχία-Ελλάδα. Ένιωσα τη µεγαλύτερη συγκίνηση και ένταση που θυµάµαι εδώ και χρόνια. Το γκολ του ∆έλλα στο τελευταίο λεπτό του Α΄ ηµιχρόνου της παράτασης µας είχε όλους συγκλονίσει. Ήµουν σε κατάσταση σοκ για τρία λεπτά. Η Ελλάδα ήταν στον τελικό του EURO!».

Η ΖΩΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΑΡΙΕΡΑ

– «Η αλήθεια είναι ότι έχω αρκετό ελεύθερο χρόνο από τα επαγγελµατικά µου, αλλά ως πατέρας µε τρία αγόρια δεν έχω καθόλου χρόνο και νιώθω πιο κουρασµένος και από τον καιρό που αγωνιζόµουνα. Τους τρέχω συνέχεια από πίσω, είναι ζωηρά και έχουν συνέχεια απαιτήσεις. Στα παιδιά μου τους αρέσει το ποδόσφαιρό, κάνουν προπονήσεις, αλλά για να παίξεις ποδόσφαιρο επαγγελµατικά χρειάζονται πολλά πράγµατα. Ό,τι και να κάνουν, θα τους υποστηρίξω. ∆εν σηµαίνει πως επειδή εγώ έπαιξα ποδόσφαιρο, πρέπει να παίξουν και τα παιδιά µου. Μου αρέσει που αγαπάνε το ποδόσφαιρο, µου αρέσει που αθλούνται αλλά είναι πολύ δύσκολο να µάθεις τα παιδιά σου να παίζουν ποδόσφαιρο. Πιο εύκολα µπορείς να βοηθήσεις ένα άλλο παιδάκι παρά τα ίδια τα παιδιά σου. Τα παιδιά δεν ξέρουν τον µπαµπά τους ως προπονητή. Έχουν τον δικό τους προπονητή και αυτόν ακούνε σε θέµατα ποδοσφαίρου. Στο κάθε αγόρι βλέπω στοιχεία του εαυτού µου. Χαίροµαι που βλέπω τα θετικά µου στοιχεία στα παιδιά µου, αλλά όταν βλέπω τα αρνητικά µου έρχοµαι σε αντιπαράθεση µαζί τους και φωνάζει η γυναίκα µου».

Πηγή: sport24.gr

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο