Να διαχωρίσει τη στάση της Άγκελα Μέρκελ από αυτή του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε για τη στάση που έχουν επιδείξει απέναντι στην Ελλάδα επιχειρεί ο Δημήτρης Τζανακόπουλος μέσω δηλώσεων του στην εφημερίδα “Αγορά”.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος σημειώνει το “πολύ θετικό κλίμα” και την “αμοιβαία κατανόηση, παρά τις διαφορετικές οπτικές” στη συνάντηση των δύο πρωθυπουργών Ελλάδας και Γερμανίας, και συστήνει στον Γερμανό υπουργό Οικονομικών “να είναι πιο προσεκτικός στις εκφράσεις του, να μην προσβάλλει ούτε την ελληνική κυβέρνηση ούτε τον πολύπαθο ελληνικό λαό. Να μην επιχειρεί να πολώσει την κατάσταση για εσωτερική κατανάλωση”. ‘
Άλλωστε, προσθέτει, “δεν βοηθά ούτε τον ίδιον, ούτε φυσικά την υπόθεση της Ενωμένης Ευρώπης η στάση του εδώ και αρκετά χρόνια. Διότι ακριβώς αυτή η στάση του έχει οδηγήσει την Ευρώπη στα πολλαπλά σημερινά της αδιέξοδα”.
Ο κ. Τζανακόπουλος αφού εξηγεί ότι με την επιστολή του Έλληνα υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου “η ελληνική κυβέρνηση δεν δεσμεύεται σε τίποτε περισσότερο από ό,τι ήδη έχει δεσμευτεί με την υπογραφή της συμφωνίας του 2015”, επιτίθεται στον πρόεδρο της ΝΔ: “Είναι έκθετος ο κ. Μητσοτάκης”, υποστηρίζει, καθώς “και η παροχή προς τους χαμηλοσυνταξιούχους έγινε και τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος θα υλοποιηθούν κανονικά”.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κατηγορεί την αξιωματική αντιπολίτευση ότι “λειτούργησε ως εσωτερικός εκφραστής της πιο τιμωρητικής και επιθετικής πτέρυγας των δανειστών. Αντί να υπερασπιστεί την πρωτοβουλία στο εξωτερικό, επέλεξε να παίξει το ρόλο της εμπροσθοφυλακής του γερμανικού Υπουργείου Οικονομικών. Ο λαός παρακολουθεί και κρίνει…”, καταλήγει ο κύριος Τζανακόπουλος.
Για την αξιολόγηση επισημαίνει ότι “το ζήτημα είναι καθαρά πολιτικό και όχι τεχνικό, καθώς η βασική διαφορά αφορά στις παράλογες απαιτήσεις του ΔΝΤ». ‘Άλλωστε, όπως εξηγεί σε άλλο σημείο, «κανείς σε αυτή τη φάση δεν επιθυμεί να οδηγήσει τη διαπραγμάτευση για τη β` αξιολόγηση σε αδιέξοδο”.
Γι’ αυτό και ο κ. Τζανακόπουλος ζητά “να εργαστούμε σκληρά ώστε να βρούμε το σημείο ισορροπίας που θα οδηγήσει στο κλείσιμο της αξιολόγησης χωρίς νέα μέτρα αλλά και με αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων”.
Ενώ, τέλος, για την οριστική υπέρβαση της κρίσης στην Ευρώπη, προτείνει “ριζική πολιτική στροφή σε όλα τα επίπεδα: υπέρβαση της λιτότητας, μια ανοιχτή και αλληλέγγυα διαχείριση του προσφυγικού, αλλά πάνω απ’ όλα, η συνολική αναδόμηση της αρχιτεκτονικής της Ευρωζώνης”.