“Η απομείωση του ελληνικού χρέους δεν αρκεί για την ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης” τόνισε ο Μπενουά Κερέ της ΕΚΤ, μιλώντας τη Δευτέρα στο συνέδριο του Ελληνο – Αμερικανικού Επιμελητηρίου, δίνοντας σαφές μήνυμα προς την Αθήνα για συνέχεια των μεταρρυθμίσεων στο πλαίσιο του τρίτου μνημονίου.
Ο Κερέ υποστήριξε μεταξύ άλλων ότι “όλοι οι ενδιαφερόμενοι έχουν εκφράσει την ανησυχία τους για τη βιωσιμότητα του ελληνικού δημόσιου χρέους” και προσέθεσε ότι η βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους δεν αποτελεί τη μοναδική προϋπόθεση προκειμένου τα ελληνικά ομόλογα να συμπεριληφθούν στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE).
Υπογράμμισε ότι οι ελληνικές αρχές θα πρέπει να δείξουν ισχυρή δέσμευση στην υλοποίηση των στόχων του προγράμματος. Αναφερόμενος στις εξελίξεις στο τραπεζικό σύστημα, επεσήμανε ότι οι διοικήσεις των τραπεζών θα πρέπει να λειτουργούν χωρίς πολιτικές παρεμβάσεις.
“Οι σημαντικές προκλήσεις που εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σήμερα η Ελλάδα μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο με τη σταθερή εφαρμογή των πολιτικών που έχουν συμφωνηθεί και με ισχυρή πολιτική βούληση από όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς”, ανέφερε χαρακτηριστικά.
Η αναμόρφωση των δομών διακυβέρνησης των τραπεζών σύμφωνα με τις νέες απαιτήσεις αποτελεί ένα βασικό στοιχείο. Στο πλαίσιο αυτό όπως επεσήμανε, “οι διοικήσεις των τραπεζών πρέπει να είναι απαλλαγμένες από κάθε πολιτική επιρροή και άλλα συμφέροντα”.
Όσον αφορά την πολιτική για τον χρηματοπιστωτικό τομέα, ιδιαίτερη αναφορά έκανε ο κ. Κερέ στη μεταρρύθμιση του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών, διευκρινίζοντας ότι για να είναι αποτελεσματικός, πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις έχουν σημαντικά μη εξυπηρετούμενα δάνεια έναντι τραπεζών και σημαντικές ληξιπρόθεσμες οφειλές έναντι του Δημοσίου.
Πέρα από την ανάπτυξη αποτελεσματικού εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών, οι ελληνικές αρχές πρέπει μειώσουν το χρονικό διάστημα για την έκδοση δικαστικής απόφασης σε περίπτωση πτώχευσης. Κατά μέσο όρο απαιτούνται περίπου 3,5 έτη, σε σύγκριση με χρονικό διάστημα μικρότερο των 6 μηνών στην Ιρλανδία, τη χώρα με την καλύτερη επίδοση στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
“Η ταχεία πρόοδος όσον αφορά τη ρύθμιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα βοηθήσει επίσης τις τράπεζες να στηρίξουν την οικονομική ανάκαμψη μέσω της παροχής πιστώσεων, τερματίζοντας τελικά την παρατεταμένη περίοδο αρνητικού ρυθμού μεταβολής των δανείων”, ανέφερε το στέλεχος της ΕΚΤ.
Όσον αφορά στα μέτρα ελάφρυνσης του δημοσίου χρέους, ο κ. Κερέ ανέφερε ότι επί του παρόντος η συζήτηση στο Eurogroup γίνεται σχετικά με τα βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα που είναι αναγκαία για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους.
Ο ίδιος εξέφρασε την ελπίδα για μία λύση που θα μπορέσει να καθησυχάσει τις αγορές, να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη στη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους σε ένα αβέβαιο μακροοικονομικό περιβάλλον, να επιτρέψει την πλήρη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα -η οποία θα ενισχύσει την αξιοπιστία του προγράμματος- και τελικά να αποκαταστήσει την πρόσβαση της Ελλάδας στις αγορές πριν από τη λήξη του προγράμματος τον Ιούλιο του 2018, χωρίς να υπονομεύσει το μεταρρυθμιστικό έργο.
Όσον αφορά την ενδεχόμενη συμπερίληψη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα αγοράς τίτλων του δημόσιου τομέα, δήλωσε ρητώς ότι το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ λαμβάνει αποφάσεις σχετικά με το πρόγραμμα με πλήρη ανεξαρτησία. Οι εξελίξεις του προγράμματος και, ιδίως, η αξιολόγηση της βιωσιμότητας του χρέους εκ μέρους των θεσμών αποτελούν σημαντικούς παράγοντες οι οποίοι λαμβάνονται υπόψη, δεν είναι όμως οι μόνοι. Το Διοικητικό Συμβούλιο θα βασίσει τις αξιολογήσεις του επίσης στην εσωτερική ανάλυση και θα λάβει υπόψη και άλλους παράγοντες σχετικά με τη διαχείριση κινδύνων προτού λάβει την τελική του απόφαση.