Πάντα ένας ανασχηματισμός εδινε τουλάχιστον ανάσες για κάποια 24ωρα σε κάθε πρωθυπουργό που τον έκανε. Άλλαζε τουλάχιστον την ατζέντα για μερικές ημερες, λειτουργούσε για την εκάστοτε κυβερνηση ως αμορτισέρ.
Την βοηθούσε έστω και πρόσκαιρα να παιξει το επικοινωνιακό παιχνίδι που ειναι απαραίτητο να παιχτεί για να μπορέσει να περάσει η πολιτική της στην κοινωνία. Στον ανασχηματισμό που ζήσαμε πρόσφατα ο εμπνευστής και δημιουργός του Αλέξης Τσίπρας ειχε άλλες προτεραιότητες. Δεν είχε περιθώρια, τη πολυτέλεια να σκεφθεί και να ενεργήσει, όπως οι προκάτοχοι του.
Οι πιστωτές, τον είχαν πιάσει απο το λαιμό. Του κούναγαν τα γραμμάτια που ειχε υπογράψει με το δικό του μνημόνιο, το “κόκκινο”, το μνημόνιο της αριστεράς. Του έλεγαν σε ολους τους τόνους ότι με αυτούς που είχε βαλει στα κρίσιμα υπουργεία, το μαγαζί θα τιναχθεί στον αέρα και τα γραμμάτια που εχουν στα χέρια τους θα διαμαρτυρηθούν.
Η πίεση που δεχόταν εδώ και καιρό ο πρωθυπουργό ήταν αφόρητη. Πέρα απο την πίεση των δανειστών ειχε να αντιμετωπίσει και τις παιδικές συμπεριφορές υπουργων του, που ειχαν μείνει στο μικρόκοσμο της Κουμουνδούρου.
Τότε που στο μαγαζί ήταν ” τρεις και ο κούκος” και κάνεις δεν εδινε σημασία τι έλεγαν και τι έκαναν. Ο κ. Τσίπρας κατάλαβε μέσα από την ωριμότητα που του έδωσε η άσκηση της εξουσίας οτι έπρεπε να αλλαξει, σε βαθμό που του επέτρεπαν οι Συριζαιικοι συσχετισμοί, την ομάδα. Να πετάξει έξω τους έξαλλους, να δώσει το μήνυμα στους δανειστές που έλεγε οτι τα γραμμάτια που είχε υπογράψει θα πληρωθούν. Το μηνυμα αυτό ήθελε να δώσει ο πρωθυπουργός και το εδωσε με σαφήνεια.
Αυτό βέβαια δεν εχει να κάνει ούτε με την αποτελεσματικότητα, ούτε με την μακροημέρευση της κυβέρνησης του. Αυτό θα φανεί στη πράξη, έχει να κανει με άλλους παραμέτρους. Εχει να κάνει με την κοινωνία που εχει κάνει και θα κάνει τους δικούς της λογαριασμούς.