Μια πρόσφατη μελέτη που διενεργήθηκε για λογαριασμό της Γιούροπολ έδειξε ότι υπάρχουν σημαντικές ομοιότητες στον τρόπο με τον οποίο ορισμένοι έφηβοι εξελίσσονται σε χάκερς και τον τρόπο με τον οποίο νέοι εθίζονται στο αλκοόλ και τα ναρκωτικά.
Στην έκθεση, η οποία συντάχθηκε για λογαριασμό της υπηρεσίας πληροφοριών σε ζητήματα εγκληματικής φύσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Europol), αναφέρεται ότι τα εργαλεία καθώς και οι οδηγίες που είναι διαθέσιμα στο Διαδίκτυο παρέχουν τα «απαραίτητα» εφόδια σε έναν έφηβο να ασχοληθεί με τη διάπραξη εγκλημάτων στον κυβερνοχώρο. Επίσης, προειδοποιεί ότι το αίσθημα ευχαρίστησης που προκύπτει από τέτοιου είδους δραστηριότητες θα μπορούσε να αποτελέσει κίνητρο για ορισμένους «δράστες» να κλιμακώσουν τις επιθέσεις τους.
«(Η ορμόνη) ντοπαμίνη απελευθερώνεται με ταχείς ρυθμούς όταν ευάλωτα, νεαρά άτομα καταφέρνουν συχνές και γρήγορες επιτυχίες στο Διαδίκτυο και αν αυτές οι επιτυχίες συνδέονται με αντικοινωνικές συμπεριφορές, όπως το hacking, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα τα άτομα αυτά να ‘ανέβουν’ ψυχολογικά προκειμένου να ‘επιτύχουν’ ακόμα περισσότερα», αναφέρεται στην έκθεση.
«Τα πλαίσια του εθισμού βοηθούν στην εξήγηση των δυσκολιών που μπορεί να έχει η διακοπή του». Όπως αναφέρει σε δημοσίευμά του το βρετανικό ειδησεογραφικό δίκτυο BBC επικαλούμενο τα αποτελέσματα της μελέτης, τα εκπαιδευτικά προγράμματα που έχουν αναπτυχθεί με στόχο την αντιμετώπιση της κατάχρησης ουσιών και του καπνίσματος θα μπορούσαν να προσαρμοστούν και για την αντιμετώπιση του εγκλήματος στον κυβερνοχώρο.
Ωστόσο, οι συγγραφείς της έκθεσης έχουν τοποθετηθεί προσεκτικά ώστε να μην υποδεικνύουν ότι τα νεαρά άτομα που ασχολούνται με το hacking «υποφέρουν» από κάποιο είδους εθισμό.