Πολιτική

“Ξεχνάμε” το χρέος, όλα… για το QE

Με άδεια χέρια γύρισε από τις Βρυξέλλες ο πρωθυπουργός. Χαμηλά ο πήχης των προσδοκιών για την επίσκεψη Ομπάμα. Ποιες οι προϋποθέσεις για να μας εντάξει ο Ντράγκι στο QE της ΕΚΤ. Ορόσημο η 5η Δεκεμβρίου για την Αθήνα.

Του Αλέξη Ρωμανού

O Φρανσουά Ολάντ στήριξε τη Μέρκελ… σφύριξε και παρέπεμψε στον Σόιμπλε. Ο Αλέξης Τσίπρας από την άλλη “έκρυψε” το θέμα της ρύθμισης του ελληνικού χρέους κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου στις Βρυξέλλες την περασμένη Παρασκευή.

Ωστόσο, δεν πρέπει να περιμένουμε… θαύματα για το χρέος από την επίσκεψη Ομπάμα στην Αθήνα, καθώς τελειώνει η θητεία του και το επίμαχο ζήτημα της βιωσιμότητας δεν είναι υψηλά στην ατζέντα του Αμερικανού προέδρου, όπως είναι τα πετρέλαια και το κυπριακό.

Ο Αλέξης Τσίπρας γύρισε στην Αθήνα από Βρυξέλλες χωρίς καμία πρόοδο στις αποφάσεις για το χρέος, καθώς στις διμερείς συναντήσεις που είχε με τη Γερμανίδα καγκελάριο, τον Γάλλο πρόεδρο και τον πρόεδρο του Ευρωκοινοβουλίου, δεν απεκόμισε καμία συγκεκριμένη δέσμευση. Γι’ αυτό φαίνεται πως η προσοχή του πρωθυπουργού στρέφεται προς τη συμμετοχή της Ελλάδας στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ, κάτι που θα θεωρηθεί από τους διεθνείς επενδυτές, ως ένα σημάδι σταθερότητας της ελληνικής οικονομίας, ενώ δίνοντας μια διάσταση απειλής, ο ίδιος τόνισε τη σημασία θετικών εξελίξεων άμεσα, καθώς μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες εισέρχονται σε προεκλογική περίοδο.

Ο κ. Τσίπρας έθεσε και χρονοδιάγραμμα «για τις θετικές εξελίξεις», που αναμένει, αναφέροντας το Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου, ενώ από τις αρχές της νέας χρονιάς ο πρωθυπουργός αναμένει μάλιστα να ενταχθεί η χώρα στο QE, έτσι ώστε να σταλεί το σήμα στη διεθνή επενδυτική κοινότητα «ότι δεν υπάρχει αναβλητικότητα και ότι η Ελλάδα έχει αφήσει πίσω τις μέρες της κρίσης και με σταθερά βήματα βαδίζει στην ανάκαμψη της οικονομίας», όπως υποστήριξε ο ίδιος μετά το πέρας της Συνόδου Κορυφής.

Πάντως, δέσμευση για λύση στο χρέος, κανένας δεν έδωσε! Τί μας μένει; Η ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ.

Η ελληνική κυβέρνηση θέλει για πρωτοχρονιάτικο δώρο την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Όμως, ο Μάριο Ντράγκι θα παίξει τον ρόλο του Αϊ Βασίλη για την Ελλάδα;

Ίσως τα πράγματα κολλήσουν στο θέμα του χρέους. Για να υλοποιηθεί αυτός ο σχεδιασμός, θα πρέπει να έχει, μεταξύ άλλων, ολοκληρωθεί η έκθεση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους από το ΔΝΤ, η οποία θα ανακοινωθεί τέλη Νοεμβρίου του 2016. Πάντως, το ΔΝΤ με βάση τις σημερινές παραδοχές δεν μπορεί να καταλήξει σε θετική έκθεση.

Η ΕΚΤ, ως γνωστό κατέχει ήδη ελληνικά ομόλογα από το 2012 περίπου 25 δισ. και εκ των πραγμάτων μπορεί να αγορά περί τα 4 με 5 δισ. ευρώ.

Σημειώνεται ότι η Ελλάδα έχει τεθεί εκτός προγραμμάτων της ΕΚΤ από το 2015. Η Τράπεζα δύσκολα θα λάβει απόφαση για την αγορά ελληνικών ομολόγων, μέχρι ότου λάβει περαιτέρω διευκρινίσεις σχετικά με τη βιωσιμότητα του χρέους της χώρας από τις κυβερνήσεις της Ευρωζώνης.

Επισημαίνεται επίσης, ότι παρά την επί της αρχής συμφωνία τον περασμένο Μάιο για την εφαρμογή ενός είδος αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, η Ελλάδα ακόμη παλεύει να εκπληρώσει τις προϋποθέσεις, οι οποίες θα της επιτρέψουν να λάβει το υπολειπόμενο ποσό των 2,8 δισ. ευρώ της δανειακής δόσης για φέτος.

Βασικές προϋποθέσεις για την εξέλιξη αυτή είναι: πρώτον, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ στην ανάλυσή του για τη βιωσιμότητα του ελληνικού δημοσίου χρέους να αξιολογήσει θετικά την πρόοδο, που έχει σημειωθεί και δεύτερον, να μην υπάρξουν σημαντικές καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης του τρέχοντος προγράμματος.

Η συνολική ονομαστική αξία ελληνικών τίτλων, που θα μπορούσε να συμπεριληφθεί στο εν λόγω πρόγραμμα, υπολογίζεται, κατά το ανώτατο όριο, στα €4,2 δισ., ποσό το οποίο θα μπορούσε να αυξηθεί σε τουλάχιστον 5 δισ. ευρώ, εάν το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ επεκτεινόταν πέρα του Μαρτίου 2017.

Αυτό θα ισοδυναμούσε με ποσό μεγαλύτερο από την ετήσια αξία του τρέχοντος όγκου ημερησίων συναλλαγών ελληνικών κυβερνητικών τίτλων στην δευτερογενή αγορά.

Αναμφίβολα, η συμμετοχή της Ελλάδας στο πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θα μπορούσε να βοηθήσει σημαντικά στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης των επενδυτών για τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους και τις βραχυπρόθεσμες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.

Θα μπορούσε επίσης να οδηγήσει σε περαιτέρω σημαντική συμπίεση των διαφορικών αποδόσεων των ελληνικών κυβερνητικών ομολόγων (bond yield spreads), επιπρόσθετες αγορές ελληνικών κυβερνητικών τίτλων και άλλων στοιχείων ενεργητικού από επενδυτές του ιδιωτικού τομέα, ευκολότερη (και φθηνότερη) πρόσβαση των ελληνικών τραπεζών και άλλων εγχώριων επιχειρήσεων του μη χρηματοπιστωτικού τομέα στις διεθνείς αγορές για την άντληση ρευστότητας και κεφαλαίων καθώς και σε βελτίωση του περιβάλλοντος για άμεσες ξένες επενδύσεις στην εγχώρια οικονομία λόγω της υποχώρησης του κινδύνου χώρας (country risk). Βάσει ενός θετικού σεναρίου για την εξέλιξη των εγχώριων και εξωτερικών πολιτικοοικονομικών συνθηκών, θα μπορούσε ακόμη να επιτραπεί η εκκίνηση της σταδιακής αποκατάστασης πρόσβασης της Ελληνικής Δημοκρατίας στις διεθνείς χρηματοοικονομικές αγορές αγοράς πριν από το τέλος του 2017.

Ωστόσο, ένα τέτοιο ενδεχόμενο δε θα πρέπει να θεωρηθεί πανάκεια για την αντιμετώπιση των τεράστιων προκλήσεων που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία στην παρούσα συγκυρία.

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο