Για βελτίωση φέτος στις σχέσεις της Ελλάδας με τους επίσημους πιστωτές της, αλλά και προκλήσεις στην εφαρμογή του προγράμματος, κάνει λόγο ο Fitch, με αφορμή τη χθεσινή εκταμίευση χρημάτων προς τη χώρα.
“Η αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του δημοσίου στηρίζει επίσης την ιδιωτική κατανάλωση, συμβάλλοντας στην πρόβλεψή μας για μία συγκρατημένη αύξηση του ΑΕΠ (Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος) φέτος, την οποία θα ακολουθήσει ρυθμός ανάπτυξης 1,8% το 2017”, σημειώνει ο οίκος σε ανάλυσή του.
Με τη συνολική καταβολή των 2,8 δις. ευρώ θα ολοκληρωθεί η εκταμίευση της δεύτερης δόσης, ύψους 10,3 δις. ευρώ, του προγράμματος βοήθειας από τον ESM, αναφέρει ο Fitch. “Η τελευταία έγκριση δείχνει ότι οι σχέσεις μεταξύ της Ελλάδας και των επίσημων πιστωτών της παραμένουν σε πιο στερεή βάση από ότι το 2015, ιδιαίτερα αν ληφθούν υπόψη οι εμπροσθοβαρείς όροι πολιτικής του προγράμματος του ESM”, προσθέτει.
Ο Fitch σημειώνει ότι η πρόοδος αναφορικά με την επίτευξη των προαπαιτούμενων ήταν βραδύτερη από το αναμενόμενο, αν και αυτά είναι λιγότερο απαιτητικά σε σχέση με τα μέτρα που έπρεπε να ληφθούν με την πρώτη αξιολόγηση, όπως η ασφαλιστική μεταρρύθμιση και η μεταρρύθμιση της φορολογίας εισοδήματος. “Θεωρούμε ότι αυτό αντανακλά τις ανταγωνιστικές προτεραιότητες της ελληνικής κυβέρνησης και τη σχετικά αδύναμη εγχώρια πολιτική ιδιοκτησία (ownership) του προγράμματος”. Η πλειοψηφία των προαπαιτούμενων νομοθετήθηκε τον τελευταίο μήνα σε ένα νομοσχέδιο, με την προηγούμενη καθυστέρηση να αντανακλά τη μικρή κυβερνητική πλειοψηφία και την ιδεολογική αντίθεση της Βουλής σε κάποιες μεταρρυθμίσεις του προγράμματος, σημειώνει ο οίκος.
“Εκτιμούμε ότι η κυβέρνηση έχει επαρκή διαθέσιμα (περιλαμβανομένης μίας ενδεχόμενης δημιουργίας νέων ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του δημοσίου), για να χρηματοδοτηθεί έως το δεύτερο τρίμηνο του 2017. Αυτό αυξάνει την πιθανότητα ότι οι διαπραγματεύσεις για τη δεύτερη αξιολόγηση θα επεκταθούν στο επόμενο έτος», σημειώνει ο Fitch. Ο κίνδυνος εκτροχιασμού του προγράμματος παραμένει υψηλός, αναφέρει, προσθέτοντας:
‘Οι στόχοι για το πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα (1,75% του ΑΕΠ το 2017 και 3,5% το 2018) θα είναι σταδιακά δυσκολότερο να επιτευχθούν. Η προοπτική ελάφρυνσης του δημόσιου χρέους θα μπορούσε να γίνει ένας σημαντικός προωθητικός παράγοντας συμμόρφωσης με το πρόγραμμα, εάν κινητροδοτήσει τις ελληνικές Αρχές να επιτύχουν τους όρους του. Ωστόσο, θεωρούμε ότι αυτό θα μπορούσε να έχει το αντίθετο αποτέλεσμα, εάν η ελληνική κυβέρνηση και ο ελληνικός λαός έχουν την άποψη ότι μία σημαντική ελάφρυνση του χρέους είναι μακρινή ή απίθανη”.