Συμφωνεί ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε με τις εκτιμήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου σχετικά με τους κινδύνους για το τραπεζικό σύστημα εξαιτίας των πολιτικών “μεγάλης χαλάρωσης” των μεγάλων κεντρικών τραπεζών.
Κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου για την ανάληψη της προεδρίας της Ομάδας των Είκοσι (G20) από τη Γερμανία το 2017, ο Σόιμπλε επέκρινε εκ νέου με οξύτητα την “υπερβολικά χαλαρή νομισματική πολιτική”, η οποία συμπεριλαμβάνει τη χρήση αρνητικών επιτοκίων και άλλων μη συμβατικών μέσων από μέρους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, με στόχο να βγει η Ευρωπαϊκή Ένωση από τη φάση της ιδιαίτερα ασθενικής ανάπτυξης στην οποία βρίσκεται.
“Ο κίνδυνος νέας κρίσης δεν έχει εξαλειφθεί εντελώς”, τόνισε ο Σόιμπλε.
Όμως ο Σόιμπλε αντέτεινε ότι δεν είναι ο ρόλος του ΔΝΤ ή άλλων διεθνών οικονομικών οργανισμών να επιβλέπουν τις ευρωπαϊκές τράπεζες, ενώ επανέλαβε ότι όλο και περισσότερες φωνές στους κόλπους της διεθνούς κοινότητας εκφράζουν ανησυχίες για τους κινδύνους της πολύ χαλαρής νομισματικής πολιτικής.
“Αν το ΔΝΤ το ίδιο προειδοποιεί εναντίον των συνεπειών της υπερβολικά χαλαρής νομισματικής πολιτικής, νομίζω αυτό είναι μια ένδειξη ελπίδας που θα πάρουμε πιο σοβαρά (από) αυτό που η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (ΤΔΔ) λέει ξανά και ξανά και ξανά”, είπε ο συντηρητικός υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας.
Παράλληλα, απέφυγε να απαντήσει ερωτηθείς άμεσα σχετικά με την κατάσταση της Deutsche Bank, του μεγαλύτερου γερμανικού πιστωτικού ιδρύματος, που βρίσκεται αντιμέτωπο με μια κρίση εμπιστοσύνης μετά την απαίτηση του υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ να καταβάλει πρόστιμο ύψους έως και 14 δισεκατομμυρίων δολαρίων διότι πωλούσε με παραπλανητικό τρόπο τιτλοποιημένα ενυπόθηκα δάνεια.