Η Ελλάδα είναι σε θέση να ανακάμψει, δημιουργώντας τις συνθήκες για σταθερή ανάπτυξη με κοινωνικά χαρακτηριστικά, τόνισε ο υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, από το Λουξεμβούργο όπου βρίσκεται.
Ο υπουργός είχε συναντήσεις με τον επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, Κλάους Ρέγκλινγκ, καθώς και με τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, Βέρνερ Χόγιερ.
Όπως ανέφερε ο κ. Τσακαλώτος, κατά τη συνάντηση που είχε με τον επικεφαλής του ESM, τέθηκε το ζήτημα της προετοιμασίας των μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους, για την πρόοδο της οποίας ο ESM πρόκειται να ενημερώσει το επόμενο διάστημα τους εκπροσώπους των υπουργείων Οικονομικών της ευρωζώνης στο λεγόμενο EuroWorking Group.
Ειδικότερα, αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε εξέλιξη η συζήτηση για τα μέτρα βραχυπρόθεσμου χαρακτήρα τα οποία θα πρέπει να εφαρμοστούν κατά τη διάρκεια του προγράμματος, και αφορούν κυρίως, σύμφωνα με τον υπουργό, τον «ανασχεδιασμό» του χρέους. Σε ό,τι αφορά τα μέτρα μεσοπρόθεσμου και μακροπρόθεσμου χαρακτήρα, ο κ. Τσακαλώτος επανέλαβε ότι το ΔΝΤ αναμένει να προσδιοριστούν πριν από το τέλος του 2016 – παρ’ όλο που θα υλοποιηθούν μετά το 2018 – έτσι ώστε στη βάση αυτή να συντάξει την ανάλυση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους.
Ο κ. Τσακαλώτος ανέφερε επίσης ότι η εφαρμογή των προαπαιτουμένων για τη δόση των 2,8 δισ. αναμένεται να ολοκληρωθεί εγκαίρως και πριν από το Eurogroup της 10ης Οκτωβρίου, καθώς τα εναπομείναντα τρία προαπαιτούμενα που δεν περιλαμβάνονταν στο χθεσινό νομοσχέδιο, θα ολοκληρωθούν μέσα στις επόμενες μέρες.
Ερωτηθείς σχετικά με τις ιδιωτικοποιήσεις, ο Έλληνας υπουργός αναφέρθηκε στο νέο Ταμείο, το οποίο όπως εξήγησε, δεν έχει μοναδικό στόχο τις αποκρατικοποιήσεις, αλλά κυρίως την καλύτερη αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας. Όπως ανέφερε, πρόκειται για μια ευκαιρία να αναδιαρθρώσει και οργανώσει το κράτος την περιουσία του προς όφελος των πολιτών. Σημείωσε δε, ότι σε συνέχεια της συμφωνίας με τους Θεσμούς για τα μέλη του Εποπτικού Συμβουλίου (ο διορισμός των οποίων αποτελούσε προαπαιτούμενο της τρέχουσας αξιολόγησης) θα πρέπει στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης, να διοριστεί από τα εν λόγω μέλη το Διοικητικό Συμβούλιο (5 ως 7 άτομα) ώστε να είναι πλήρως λειτουργικό την 1η Ιανουαρίου του 2017.