Διάκριση για την Ελλάδα στο χώρο της Υγείας, καθώς βρέθηκε στην 26η θέση μεταξύ των κρατών για τη βιώσιμη ανάπτυξη στο συγκεκριμένο κλάδο, σύμφωνα σχετική μελέτη που παρουσιάσθηκε σε εκδήλωση στη γενική συνέλευση του ΟΗΕ και δημοσιεύθηκε στο ιατρικό περιοδικό “The Lancet“.
Όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ, είναι η πρώτη ετήσια αξιολόγηση για τις επιδόσεις των χωρών του πλανήτη, όσον αφορά τον βαθμό υλοποίησης των νέων στόχων βιώσιμης ανάπτυξης (Sustainable Development Goals-SDG), που τέθηκαν το 2015 και οι οποίοι διαδέχθηκαν τους παλαιότερους στόχους βιωσιμότητας της χιλιετίας (Millennium Development Goals-MDG), που είχαν τεθεί το 2000 και έληξαν πέρυσι.
Οι νέοι στόχοι -στο επίκεντρο των οποίων βρίσκεται η υγεία για τους ανθρώπους όλων των ηλικιών- έχουν ως χρονικό ορίζοντα την επόμενη 15ετία, έως το 2030.
Οι επιστήμονες, με επικεφαλής τον Αμερικανό καθηγητή Στέφεν Λιμ του Ινστιτούτου Μετρήσεων και Αξιολόγησης της Υγείας του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον στο Σιάτλ, έλαβαν υπόψη τους μια πληθώρα παραγόντων της περιόδου 1990-2015, όπως η μείωση της παιδικής θνησιμότητας, η καθολική πρόσβαση των πολιτών σε ιατρικές υπηρεσίες κ.α., προκειμένου να κατατάξουν 188 χώρες.Διαπιστώθηκε γενικότερα μια πρόοδος σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά και μικρές μόνο βελτιώσεις σε ζητήματα όπως η θεραπεία της ηπατίτιδας Β, η παιδική παχυσαρκία, η οικογενειακή βία, η μεγάλη κατανάλωση αλκοόλ κ.α.
Την πρώτη θέση στην παγκόσμια κατάταξη καταλαμβάνει η Ισλανδία με βαθμολογία 85 στα 100. Έπονται κατά σειρά οι χώρες Σιγκαπούρη, Σουηδία, Ανδόρα, Βρετανία, Φινλανδία, Ισπανία, Ολλανδία, Καναδάς και Αυστραλία. Η Κύπρος βρίσκεται σε πολύ καλή θέση (17η), η Τουρκία μόλις στην 103η και η Ρωσία στην 119η.
Στον «πάτο» της λίστας συναντά κανείς την Κεντρο-Αφρικανική Δημοκρατία (188), τη Σομαλία (187) και το Νότιο Σουδάν (186). Η σχετικά χαμηλή θέση των ΗΠΑ (28), σύμφωνα με την έκθεση, οφείλεται στα υψηλά ποσοστά βίας, AIDS, κατανάλωσης αλκοόλ, παιδικής παχυσαρκίας, αυτοκτονιών κ.α.
Η παγκόσμια κατάταξη των χωρών θα επαναλαμβάνεται κάθε χρόνο, προκειμένου να παρακολουθείται σε ποιο βαθμό προοδεύουν προς την υλοποίηση των στόχων βιώσιμης ανάπτυξης για την υγεία.
Ήδη πάνω από το 60% των χωρών έχουν πετύχει το στόχο του 2030 για μείωση της θνησιμότητας των εγκύων μητέρων (σε λιγότερους από 70 θανάτους ανά 100.000 γεννήσεις) και της παιδικής θνησιμότητας (σε κάτω από 25 θανάτους ανά 1.000 γεννήσεις). Καμία χώρα δεν έχει ακόμη πετύχει τον στόχο της πλήρους εξάλειψης ασθενειών όπως η φυματίωση και το AIDS, κάτι που δύσκολα αναμένεται να έχει επιτευχθεί έως το 2030.
Εξάλλου, μόνο το ένα τέταρτο περίπου των χωρών έχουν υλοποιήσει το στόχο για τη δραστική μείωση έως το 2030 της ρύπανσης του αέρα σε εσωτερικούς χώρους, ενώ λιγότερο από το ένα πέμπτο έχουν καταφέρει να παρέχουν καθολική πρόσβαση σε ασφαλή και φθηνή παροχή ύδρευσης και υγιεινής.