Μελέτες που εκπονήθηκαν από την Υπηρεσία Συντήρησης Μνημείων Ακρόπολης για την αποκατάσταση περιοχών του βορείου τείχους της Ακρόπολης, οι οποίες πρέπει να συντηρηθούν για λόγους στατικότητας και ασφάλειας, εγκρίθηκαν από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο (ΚΑΣ).
Μια από αυτές τις περιοχές βρίσκεται βορειανατολικά της βόρειας πρόστασης του Ερεχθείου, όπου σώζονται σημαντικές μαρτυρίες: αρχιτεκτονικά μέλη από τον αρχαϊκό ναό και τον προ – Παρθενώνα, όπως η σειρά των αράβδωτων σπονδύλων, τα οποία ενσωματώθηκαν κατά τη Θεμιστόκλεια οχύρωση και είναι σήμερα ορατά από απόσταση, το στηθαίο (πάνω μέρος) του κλασικού τείχους (της εποχής του Θεμιστοκλή) σε πλήρες ύψος, καθώς και λαξεύματα στην εσωτερική πλευρά, τα οποία αποτελούν τεκμήρια για την αυλή του Ερεχθείου (από την οποία δεν σώζονται παρά μόνο ίχνη της, όπως η πώρινη θεμελίωσή της).Η περιοχή πάσχει, κυρίως, από διαβρώσεις και οξειδώσεις, που δημιουργήθηκαν από τα σιδερένια στοιχεία, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν κατά τις αποκαταστάσεις του Ν. Μπαλάνου, όπως συνδετήρες και λάμες στους οριζοντίους αρμούς, ενώ τα τσιμεντοκονιάματα για τη συγκράτηση των διαβρωμένων μελών επιδείνωσαν την κατάσταση. Οι προτάσεις που πήραν το «πράσινο φως» αποσκοπούν στην αποκατάσταση της περιοχής, στην εξασφάλιση της στατικής επάρκειας και στην αισθητική αναβάθμισή της.
Ωστόσο, μια άλλη περιοχή του βορείου τείχους, προς το δυτικό άκρο, κοντά στα Προπύλαια, δημιούργησε μεγάλη συζήτηση μεταξύ των μελών του ΚΑΣ. Κι αυτό, γιατί η μελέτη προέβλεπε την καθαίρεση τμήματος του τείχους, που έγινε τον 15ο αιώνα, με σκοπό την αποκάλυψη μέρους της κλασικής οχύρωσης, η οποία, όμως, διασώζεται μόνον εσωτερικά, καθώς το μέτωπό της έχει καταστραφεί σε βάθος τουλάχιστον 1 – 2 μ. Η μελέτη πρότεινε να ξηλωθεί το μεσαιωνικό αυτό τμήμα, να αποκαλυφθεί το κλασικό και να συμπληρωθεί με νέο υλικό.
Η πρόταση προκάλεσε την παρέμβαση του προϊσταμένου της Εφορείας Αρχαιοτήτων Κυκλάδων, Δημήτρη Αθανασούλη, που, μεταξύ άλλων, χαρακτήρισε μη αναστρέψιμη την επέμβαση, αναφέροντας ότι και το μεσαιωνικό τμήμα είναι αρχαίο, ενώ η μελέτη προτείνει την ανακατασκευή ενός «τείχους του 21ου αιώνα», με νέο υλικό και χωρίς να γνωρίζουμε ακριβώς τον τρόπο δόμησής του. Εξάλλου, όπως σημειώθηκε στη συνεδρίαση, η Θεμιστόκλεια φάση του τείχους σώζεται περιμετρικά σε διάφορα σημεία, ενώ μια από τις παρατηρήσεις που έγιναν ήταν να συμπληρωθούν και να συντηρηθούν μόνον οι κάτω οκτώ σειρές της κλασικής περιόδου που σώζονται στο συγκεκριμένο τμήμα, ενώ οι μεσαιωνικές να παραμείνουν ως έχουν.
«Η Αθήνα ήταν από τις σημαντικότερες μεσαιωνικές πόλεις του κόσμου, και δεν μας έχει μείνει τίποτα. Ό,τι ίχνη υπάρχουν βρίσκονται στα τείχη. Αν τα ξηλώσουμε και από εκεί, θα είναι έγκλημα» τόνισε ο κ. Αθανασούλης στο ΑΠΕ – ΜΠΕ, επισημαίνοντας ότι είναι υπέρ των μεγάλων αναστηλώσεων, αλλά είναι διαφορετικό όταν κατεδαφίζεις και φτιάχνεις κάτι καινούργιο. Το Συμβούλιο έκρινε απαραίτητη την αυτοψία των μελών του στο επίμαχο σημείο και την επαναφορά του θέματος με τη συνεισήγηση των αρμοδίων διευθύνσεων Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων, καθώς και Αναστήλωσης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων. Για όλα τα παραπάνω, υπήρξε ομόφωνη γνωμοδότηση του ΚΑΣ.